στρογγυλόλοβος: Difference between revisions

From LSJ

Ἑαυτὸν οὐδεὶς ὁμολογεῖ κακοῦργος ὤν → Nemo maleficus se fatetur maleficum → Von sich gibt keiner zu, dass er ein Schurke ist

Menander, Monostichoi, 158
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />(για καρπό) αυτός που έχει στρογγυλό [[λουβίδι]], στρογγυλό φλοιό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στρογγύλος]] <span style="color: red;">+</span> [[λοβός]] «[[λουβίδι]], [[φλοιός]]» (<b>πρβλ.</b> <i>μακρό</i>-<i>λοβος</i>)].
|mltxt=-ον, Α<br />(για καρπό) αυτός που έχει στρογγυλό [[λουβίδι]], στρογγυλό φλοιό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στρογγύλος]] <span style="color: red;">+</span> [[λοβός]] «[[λουβίδι]], [[φλοιός]]» ([[πρβλ]]. [[μακρόλοβος]])].
}}
}}

Revision as of 16:21, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρογγῠλόλοβος Medium diacritics: στρογγυλόλοβος Low diacritics: στρογγυλόλοβος Capitals: ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΛΟΒΟΣ
Transliteration A: strongylólobos Transliteration B: strongylolobos Transliteration C: stroggylolovos Beta Code: stroggulo/lobos

English (LSJ)

ον, with round pods, ib.8.5.2.

German (Pape)

[Seite 955] mit runder Schote (?).

Greek Monolingual

-ον, Α
(για καρπό) αυτός που έχει στρογγυλό λουβίδι, στρογγυλό φλοιό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλος + λοβός «λουβίδι, φλοιός» (πρβλ. μακρόλοβος)].