γραμματοδιδασκαλεῖον: Difference between revisions

From LSJ

εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)

Source
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' τό) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''γραμματοδιδασκαλεῖον:''' τό начальная школа Luc., Plut.
|elrutext='''γραμματοδιδασκαλεῖον:''' τό [[начальная школа]] Luc., Plut.
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=[[γραμματοδιδασκαλεῖον]] -ου, τό [[γραμματοδιδάσκαλος]] (basis)school.
|elnltext=[[γραμματοδιδασκαλεῖον]] -ου, τό [[γραμματοδιδάσκαλος]] (basis)school.
}}
}}

Revision as of 10:50, 13 September 2022

English (LSJ)

τό, = γραμματεῖονΙΙ, Plu.2.712a, al.

German (Pape)

[Seite 504] τό, die Schule, Plut. Symp. 7, 8, 3; Luc.

Greek (Liddell-Scott)

γραμμᾰτοδῐδασκαλεῖον: τό, = γραμματεῖον 4, Πλούτ. 2. 712Α.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
école enfantine.
Étymologie: γραμματοδιδάσκαλος.

Spanish (DGE)

-ου, τό
escuela elemental ὥστε γ. ἡμῖν γενέσθαι τὸ συμπόσιον Plu.2.712a, τὴν ... παιδικὴν ἡλικίαν παραλλάσσων ἐπέστη γραμματοδιδασκαλείῳ Plu.Alc.7, cf. 2.278e, SB 7268 (I/II d.C.).

Greek Monolingual

γραμματοδιδασκαλεῖον, το (Α)
σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως.

Russian (Dvoretsky)

γραμματοδιδασκαλεῖον: τό начальная школа Luc., Plut.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γραμματοδιδασκαλεῖον -ου, τό γραμματοδιδάσκαλος (basis)school.