δεῦκος: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ τῆς φιλαυτίας παρηγμένοι ἄλογα φασὶν τὰ ζῷα ἐφεξῆς τὰ ἄλλα σύμπαντα → it is self-love which leads them to say that all the other animals without exception are non-rational

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />douceur.<br />'''Étymologie:''' cf. [[δευκής]].
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />[[douceur]].<br />'''Étymologie:''' cf. [[δευκής]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=δεῡκος (-ους), το (Α)<br />το [[γλεύκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για λ. πλασμένη από τους Σχολιαστές (<b>βλ.</b> και λ. [[αδευκής]]), [[παράλληλος]] τ. του [[δευκής]].
|mltxt=δεῡκος (-ους), το (Α)<br />το [[γλεύκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για λ. πλασμένη από τους Σχολιαστές (<b>βλ.</b> και λ. [[αδευκής]]), [[παράλληλος]] τ. του [[δευκής]].
}}
}}

Revision as of 13:20, 8 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεῦκος Medium diacritics: δεῦκος Low diacritics: δεύκος Capitals: ΔΕΥΚΟΣ
Transliteration A: deûkos Transliteration B: deukos Transliteration C: deykos Beta Code: deu=kos

English (LSJ)

εος, τό, = γλεῦκος, Sch.A.R.1.1037; Aetol. acc. to Sch. Nic. Th.625.

Spanish (DGE)

-εος, τό
dulzor δ. γὰρ τὸ γλυκύ Sch.A.R.1.1037-38b
etol. según Sch.Nic.Th.625b.
• Etimología: Podría ser un término ficticio para explicar ἀδευκής q.u.

German (Pape)

[Seite 552] τό, = γλεῦκος, Schol. Ap. Rh. 1, 1037.

French (Bailly abrégé)

ion. -εος, att. -ους (τό) :
douceur.
Étymologie: cf. δευκής.

Greek Monolingual

δεῡκος (-ους), το (Α)
το γλεύκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για λ. πλασμένη από τους Σχολιαστές (βλ. και λ. αδευκής), παράλληλος τ. του δευκής.