εἰκονολογία: Difference between revisions

From LSJ

Τὰ χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους → Invenit amicos hominibuspecunia → Was den Menschen Freunde findet, ist das Geld

Menander, Monostichoi, 500
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0727.png Seite 727]] ἡ, das Sprechen in Bildern, Plat. Phaedr. 267 c.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0727.png Seite 727]] ἡ, das Sprechen in Bildern, Plat. Phaedr. 267 c.
}}
{{elru
|elrutext='''εἰκονολογία:''' ἡ [[образная речь]] Plat.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[εἰκονολογία]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[μελέτη]] τών έργων τών μεγάλων ζωγράφων<br /><b>2.</b> η [[επιστήμη]] που ασχολείται με τη [[μελέτη]] τών συμβόλων της αρχαίας και της χριστιανικής θρησκείας<br /><b>αρχ.</b><br />μεταφορική [[ομιλία]] με εικόνες.
|mltxt=η (Α [[εἰκονολογία]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[μελέτη]] τών έργων τών μεγάλων ζωγράφων<br /><b>2.</b> η [[επιστήμη]] που ασχολείται με τη [[μελέτη]] τών συμβόλων της αρχαίας και της χριστιανικής θρησκείας<br /><b>αρχ.</b><br />μεταφορική [[ομιλία]] με εικόνες.
}}
{{elru
|elrutext='''εἰκονολογία:''' ἡ [[образная речь]] Plat.
}}
}}

Revision as of 13:08, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰκονολογία Medium diacritics: εἰκονολογία Low diacritics: εικονολογία Capitals: ΕΙΚΟΝΟΛΟΓΙΑ
Transliteration A: eikonología Transliteration B: eikonologia Transliteration C: eikonologia Beta Code: ei)konologi/a

English (LSJ)

ἡ, figurative speaking, Pl.Phdr.267c,269a (pl.).

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
expresión mediante imágenes, διπλασιολογία καὶ γνωμολογία καὶ εἰ. del sofista Polo, Pl.Phdr.267c, cf. 269a.

German (Pape)

[Seite 727] ἡ, das Sprechen in Bildern, Plat. Phaedr. 267 c.

Russian (Dvoretsky)

εἰκονολογία:образная речь Plat.

Greek (Liddell-Scott)

εἰκονολογία: ἡ, ἡ δι’ εἰκόνων μεταφορικὴ ὁμιλία, Πλάτ. Φαῖδρ. 267C, 269A.

Greek Monolingual

η (Α εἰκονολογία)
νεοελλ.
1. η μελέτη τών έργων τών μεγάλων ζωγράφων
2. η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη τών συμβόλων της αρχαίας και της χριστιανικής θρησκείας
αρχ.
μεταφορική ομιλία με εικόνες.