πολυπρηγμονέω: Difference between revisions

From LSJ

λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγεῖραι δυνατὸς ὁ Θεός → in the belief that God was able to raise him up from the dead

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>ion. c.</i> [[πολυπραγμονέω]].
|btext=<i>ion. c.</i> [[πολυπραγμονέω]].
}}
{{elnl
|elnltext=πολυπρηγμονέω Ion. voor πολυπραγμονέω.
}}
{{elru
|elrutext='''πολυπρηγμονέω:''' ион. = [[πολυπραγμονέω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολυπρηγμονέω:''' Ιων. αντί [[πολυπραγμονέω]].
|lsmtext='''πολυπρηγμονέω:''' Ιων. αντί [[πολυπραγμονέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''πολυπρηγμονέω:''' ион. = [[πολυπραγμονέω]].
}}
{{elnl
|elnltext=πολυπρηγμονέω Ion. voor πολυπραγμονέω.
}}
}}

Revision as of 11:20, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυπρηγμονέω Medium diacritics: πολυπρηγμονέω Low diacritics: πολυπρηγμονέω Capitals: ΠΟΛΥΠΡΗΓΜΟΝΕΩ
Transliteration A: polyprēgmonéō Transliteration B: polyprēgmoneō Transliteration C: polyprigmoneo Beta Code: poluprhgmone/w

English (LSJ)

Ion. for πολυπραγμονέω.

German (Pape)

[Seite 670] ion. = πολυπραγμονέω.

French (Bailly abrégé)

ion. c. πολυπραγμονέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολυπρηγμονέω Ion. voor πολυπραγμονέω.

Russian (Dvoretsky)

πολυπρηγμονέω: ион. = πολυπραγμονέω.

Greek (Liddell-Scott)

πολυπρηγμονέω: Ἰων. ἀντὶ πολυπραγμονέω.

Greek Monotonic

πολυπρηγμονέω: Ιων. αντί πολυπραγμονέω.