ῥᾴδια: Difference between revisions
From LSJ
πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=radia | |Transliteration C=radia | ||
|Beta Code=r(a/|dia | |Beta Code=r(a/|dia | ||
|Definition=τά, a kind of [[easy shoes]], | |Definition=τά, a kind of [[easy shoes]], Pherecr.227, Pl.Com.251. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Latest revision as of 12:18, 25 August 2023
English (LSJ)
τά, a kind of easy shoes, Pherecr.227, Pl.Com.251.
French (Bailly abrégé)
Greek (Liddell-Scott)
ῥᾴδια: τά, εἶδος σανδαλίων ἢ ἐμβάδων, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 76, Πλάτ. Κωμ. ἐν Ἀδήλ. 55.
Greek Monolingual
και κατά τον Ησύχ. ῥάϊδια, τὰ, Α
παντόφλες ή σανδάλια ή, κατ' άλλους, γυναικεία υποδήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του πληθ. του ουσ. του επιθ. ῥάδιος με την έννοια ότι οι παντόφλες είναι άνετα, ευκολοφόρετα παπούτσια].