enérgicamente: Difference between revisions
From LSJ
Στερρῶς φέρειν χρὴ συμφορὰς τὸν εὐγενῆ → Tolerare casus nobilem animose decet → Ertragen muss der Edle Unglück unbeugsam
m (esel replacement) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[ἀγωνιστικῶς]], [[διατεταμένως]], [[ἐνεργῶς]], [[ἐντόνως]], [[ἐπικρατέως]], [[ἐρρωμένως]], [[εὐρώστως]], [[εὐσθενῶς]], [[εὐτόνως]], [[ἰσχυρῶς]], [[πρακτικῶς]], [[προχείρως]], [[ῥωμαλέως]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:06, 8 March 2024
Spanish > Greek
ἀγωνιστικῶς, διατεταμένως, ἐνεργῶς, ἐντόνως, ἐπικρατέως, ἐρρωμένως, εὐρώστως, εὐσθενῶς, εὐτόνως, ἰσχυρῶς, πρακτικῶς, προχείρως, ῥωμαλέως