σταθμικός: Difference between revisions
From LSJ
Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht
(a) |
(38) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0927.png Seite 927]] = [[σταθμητικός]], Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0927.png Seite 927]] = [[σταθμητικός]], Sp. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό, ΝΑ [[σταθμός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «σταθμική [[ανάλυση]]»<br /><b>χημ.</b> [[τεχνική]] ποσοτικής χημικής ανάλυσης [[κατά]] την οποία το άγνωστο συστατικό ενός δείγματος υλικού μετατρέπεται σε μια [[ουσία]] γνωστής σύστασης που μπορεί στη [[συνέχεια]] να αποχωριστεί και να ζυγιστεί<br /><b>αρχ.</b><br />[[σταθμητικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:31, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A by weight, οὐγγία Gal.13.417,894.
German (Pape)
[Seite 927] = σταθμητικός, Sp.
Greek Monolingual
-ή, -ό, ΝΑ σταθμός
νεοελλ.
φρ. «σταθμική ανάλυση»
χημ. τεχνική ποσοτικής χημικής ανάλυσης κατά την οποία το άγνωστο συστατικό ενός δείγματος υλικού μετατρέπεται σε μια ουσία γνωστής σύστασης που μπορεί στη συνέχεια να αποχωριστεί και να ζυγιστεί
αρχ.
σταθμητικός.