Ἡφαίστειος: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ δ' ἐμὴ ψυχὴ πάλαι τέθνηκεν, ὥστε τοῖς θανοῦσιν ὠφελεῖν → My soul died long ago so that I could give some help to the dead

Sophocles, Antigone, 559-60
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Ἡφαίστειος]], η, ον<br />[[of Hephaestus]]: [[Ἡφαιστεῖον]] or [[Ἡφαίστειον]] (sc. [[ἱερόν]]), [[temple of Hephaestus]], Hdt., Dem., etc.:— [[Ἡφαίστεια]] (sc. [[ἱερά]]), τά, his [[festival]], the Lat. [[Vulcanalia]], Xen.
|mdlsjtxt=[[Ἡφαίστειος]], η, ον = [[of Hephaestus]]: [[Ἡφαιστεῖον]] or [[Ἡφαίστειον]] (sc. [[ἱερόν]]), [[temple of Hephaestus]], Hdt., Dem., etc.:— [[Ἡφαίστεια]] (sc. [[ἱερά]]), τά, his [[festival]], the Lat. [[Vulcanalia]], Xen.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Revision as of 18:40, 17 December 2023

Middle Liddell

Ἡφαίστειος, η, ον = of Hephaestus: Ἡφαιστεῖον or Ἡφαίστειον (sc. ἱερόν), temple of Hephaestus, Hdt., Dem., etc.:— Ἡφαίστεια (sc. ἱερά), τά, his festival, the Lat. Vulcanalia, Xen.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
d'Héphæstos;
subst. τὰ Ἡφαίστεια XÉN fêtes d'Héphæstos.
Étymologie: Ἥφαιστος.

Greek (Liddell-Scott)

Ἡφαίστειος: -α, -ον, τοῦ Ἡφαίστου ἢ ἀνήκων εἰς αὐτόν, Ἡφαίστειον (ἐξυπ. ἱερόν), τό, ναὸς τοῦ Ἡφαίστου, Ἡρόδ. 2. 110, 121, 176, Δημ.., κλ.· - Ἡφαίστεια (ἐνν. ἱερά), τά, ἡ ἑορτὴ αὐτοῦ, τὸ Λατ. Vulcanalia, Ἀνδοκ. 17. 20, Ξεν. Ἀθην. 3, 4. - Ἡφαίστια διὰ τοῦ ι ἐν Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. 78, 17 (Blass).

Greek Monotonic

Ἡφαίστειος: -α, -ον, αυτός που ανήκει στον Ήφαιστο· Ἡφαιστεῖον ή Ἡφαίστειον (ενν. ἱερόν), τό, το ιερό του Ηφαίστου, σε Ηρόδ., Δημ. κ.λπ.· Ἡφαίστεια (ενν. ἱερά), τά, η γιορτή προς τιμήν του Ηφαίστου, το Λατ. Vulcanalia, σε Ξεν.