μύνομαι: Difference between revisions

From LSJ

διὰ τῆς σιωπῆς πικρότερον κατηγορεῖ → through silence you accuse yourself more harshly (Menander)

Source
(13_3)
 
(6_3)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0218.png Seite 218]] (vgl. ἀμύνομαι), <b class="b2">vorschützen, vorwenden</b>; [[οὐδέ]] τι ἄλλο μυνάμενος ἄλλο [[νόημα]], Alcaeus bei Eust. 1901, 52, der es προφασίζεσθαι erkl.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0218.png Seite 218]] (vgl. ἀμύνομαι), <b class="b2">vorschützen, vorwenden</b>; [[οὐδέ]] τι ἄλλο μυνάμενος ἄλλο [[νόημα]], Alcaeus bei Eust. 1901, 52, der es προφασίζεσθαι erkl.
}}
{{ls
|lstext='''μύνομαι''': [ῡ], ἀποθ., = ἀμύνομαι (πρβλ. [[μύνη]]), [[προφασίζομαι]], Ἀλκαῖ. 86.
}}
}}

Revision as of 10:03, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 218] (vgl. ἀμύνομαι), vorschützen, vorwenden; οὐδέ τι ἄλλο μυνάμενος ἄλλο νόημα, Alcaeus bei Eust. 1901, 52, der es προφασίζεσθαι erkl.

Greek (Liddell-Scott)

μύνομαι: [ῡ], ἀποθ., = ἀμύνομαι (πρβλ. μύνη), προφασίζομαι, Ἀλκαῖ. 86.