ἀντιλάμπω: Difference between revisions
Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
(13_4) |
(6_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0254.png Seite 254]] entgegen-, zurückstrahlen, Aesch. Ag. 285; Xen. Cyn. 5, 18; ὁ [[ἥλιος]] ἀντιλάμπει τινί, scheint Einem ins Gesicht, Plut. Mar. 26, öfter; περιττὴ [[λέξις]] ἀντιλάμπει τῷ ἀκροατῇ πρὸς τὸ δηλούμενον, verblendet den Hörer über den Sinn, de audit. 5. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0254.png Seite 254]] entgegen-, zurückstrahlen, Aesch. Ag. 285; Xen. Cyn. 5, 18; ὁ [[ἥλιος]] ἀντιλάμπει τινί, scheint Einem ins Gesicht, Plut. Mar. 26, öfter; περιττὴ [[λέξις]] ἀντιλάμπει τῷ ἀκροατῇ πρὸς τὸ δηλούμενον, verblendet den Hörer über den Sinn, de audit. 5. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀντιλάμπω''': [[πέμπω]] καὶ ἐγὼ λάμψιν, [[μεταβιβάζω]] διὰ πυρσοῦ [[ἄγγελμα]], οἱ δ’ ἀντέλαμψαν (δηλ. οἱ φύλακες) καὶ παρήγγειλαν [[πρόσω]] Αἰσχ. Ἀγ. 294. ΙΙ. ἀμετάβ., ἀντανακλῶ φῶς, [[λάμπω]], Ξεν. Κυν. 5.18· πρὸς τὴν σελήνην Πλουτ. Ἄρατ. 21. 2) [[λάμπω]] [[ἔναντι]] ἢ κατὰ πρόσωπόν τινος, ὁ [[ἥλιος]] ἀντιλάμπει τινὶ Πλουτ. Μάρ. 26, κτλ.: θαμβώνω, ἐκπλήττω, τινὶ ὁ αὐτ. 2. 41C, 420F. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:44, 5 August 2017
English (LSJ)
inf.
A -λάμπην Sapph.Supp.3.6:—light up in turn, οἱ δ' ἀντέλαμψαν (sc. οἱ φύλακες) A.Ag.294. II intr., reflect light, shine, X.Cyn.5.18; πρὸς τὴν σελήνην Plu.Arat.21; of the rainbow, Anaxag. 19. 2 shine opposite to or in the face of, ὁ ἥλιος ἀ. τινί Plu.Mar. 26,etc., cf. Arr.Tact.27.4: metaph., dazzle, τῷ ἀκροάτῃ λέξις ἀ. Plu. 2.41c. III vie in brilliance with, τινί Philostr.Ep.32.
German (Pape)
[Seite 254] entgegen-, zurückstrahlen, Aesch. Ag. 285; Xen. Cyn. 5, 18; ὁ ἥλιος ἀντιλάμπει τινί, scheint Einem ins Gesicht, Plut. Mar. 26, öfter; περιττὴ λέξις ἀντιλάμπει τῷ ἀκροατῇ πρὸς τὸ δηλούμενον, verblendet den Hörer über den Sinn, de audit. 5.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιλάμπω: πέμπω καὶ ἐγὼ λάμψιν, μεταβιβάζω διὰ πυρσοῦ ἄγγελμα, οἱ δ’ ἀντέλαμψαν (δηλ. οἱ φύλακες) καὶ παρήγγειλαν πρόσω Αἰσχ. Ἀγ. 294. ΙΙ. ἀμετάβ., ἀντανακλῶ φῶς, λάμπω, Ξεν. Κυν. 5.18· πρὸς τὴν σελήνην Πλουτ. Ἄρατ. 21. 2) λάμπω ἔναντι ἢ κατὰ πρόσωπόν τινος, ὁ ἥλιος ἀντιλάμπει τινὶ Πλουτ. Μάρ. 26, κτλ.: θαμβώνω, ἐκπλήττω, τινὶ ὁ αὐτ. 2. 41C, 420F.