μετρηδόν: Difference between revisions

From LSJ

μέτρον γὰρ τοῦ βίου τὸ καλόν, οὐ τὸ τοῦ χρόνου μῆκος → for life's measure is its beauty not its length (Plutarch, Consolatio ad Apollonium 111.D.4)

Source
(6_6)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μετρηδόν''': Ἐπίρρ., διὰ τοῦ μέτρου, Νικ. Ἀλ. 45. 2) ἐμμέτρως, Νόνν. Δ. 7. 115. ΙΙ. [[βαθμηδόν]], ὁ αὐτ. 48. 340, κατὰ τὸν Gräfe ἀντὶ [[μιτρηδόν]].
|lstext='''μετρηδόν''': Ἐπίρρ., διὰ τοῦ μέτρου, Νικ. Ἀλ. 45. 2) ἐμμέτρως, Νόνν. Δ. 7. 115. ΙΙ. [[βαθμηδόν]], ὁ αὐτ. 48. 340, κατὰ τὸν Gräfe ἀντὶ [[μιτρηδόν]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μετρηδόν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> με [[μέτρο]], [[κατά]] [[μέτρο]], εμμέτρως<br /><b>2.</b> [[βαθμηδόν]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ηδόν</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βαθμ</i>-<i>ηδόν</i>, <i>σωρ</i>-<i>ηδόν</i>)].
}}
}}

Revision as of 07:38, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετρηδόν Medium diacritics: μετρηδόν Low diacritics: μετρηδόν Capitals: ΜΕΤΡΗΔΟΝ
Transliteration A: metrēdón Transliteration B: metrēdon Transliteration C: metridon Beta Code: metrhdo/n

English (LSJ)

Adv.

   A in regular order, Nonn.D. 7.115.

German (Pape)

[Seite 162] nach Maaß; Nic. Al. 45. 203; Nonn.

Greek (Liddell-Scott)

μετρηδόν: Ἐπίρρ., διὰ τοῦ μέτρου, Νικ. Ἀλ. 45. 2) ἐμμέτρως, Νόνν. Δ. 7. 115. ΙΙ. βαθμηδόν, ὁ αὐτ. 48. 340, κατὰ τὸν Gräfe ἀντὶ μιτρηδόν.

Greek Monolingual

μετρηδόν (Α)
επίρρ.
1. με μέτρο, κατά μέτρο, εμμέτρως
2. βαθμηδόν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέτρον + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. βαθμ-ηδόν, σωρ-ηδόν)].