Κιλλικύριοι: Difference between revisions
From LSJ
πολλὰς ἂν εὕροις μηχανάς· γυνὴ γὰρ εἶ → you will find many ruses: you are a woman
(6_9) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Κιλλικύριοι''': ἢ Καλλικύριοι, οἱ, [[τάξις]] δούλων ἐν Συρακούσαις, πολλοί τινες τὸ [[πλῆθος]]· [[ὅθεν]] τοὺς καθ’ ὑπερβολὴν πολλοὺς καλλικυρίους ἔλεγον, Ἀριστ. Ἀποσπ. 544-5, ἰδὲ Ruhnk. εἰς Τίμαι. σ. 56· [[ἐντεῦθεν]] πιθανῶς διορθωτέον Κιλλικυρίων ἐν Ἡροδ. 7. 155 ἀντὶ τῶν διαφ. γραφῶν τῶν Ἀντιγράφ. Κυλλυρίων, Κιλλυρίων, Κυλληρίων. | |lstext='''Κιλλικύριοι''': ἢ Καλλικύριοι, οἱ, [[τάξις]] δούλων ἐν Συρακούσαις, πολλοί τινες τὸ [[πλῆθος]]· [[ὅθεν]] τοὺς καθ’ ὑπερβολὴν πολλοὺς καλλικυρίους ἔλεγον, Ἀριστ. Ἀποσπ. 544-5, ἰδὲ Ruhnk. εἰς Τίμαι. σ. 56· [[ἐντεῦθεν]] πιθανῶς διορθωτέον Κιλλικυρίων ἐν Ἡροδ. 7. 155 ἀντὶ τῶν διαφ. γραφῶν τῶν Ἀντιγράφ. Κυλλυρίων, Κιλλυρίων, Κυλληρίων. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ων ([[οἱ]]) :<br />classe d’esclaves, <i>à Syracuse</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG sans explication. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:45, 9 August 2017
English (LSJ)
or Καλλικύριοι, οἱ,
A class of serfs at Syracuse, Arist. Fr.586, prob. in Hdt.7.155.
Greek (Liddell-Scott)
Κιλλικύριοι: ἢ Καλλικύριοι, οἱ, τάξις δούλων ἐν Συρακούσαις, πολλοί τινες τὸ πλῆθος· ὅθεν τοὺς καθ’ ὑπερβολὴν πολλοὺς καλλικυρίους ἔλεγον, Ἀριστ. Ἀποσπ. 544-5, ἰδὲ Ruhnk. εἰς Τίμαι. σ. 56· ἐντεῦθεν πιθανῶς διορθωτέον Κιλλικυρίων ἐν Ἡροδ. 7. 155 ἀντὶ τῶν διαφ. γραφῶν τῶν Ἀντιγράφ. Κυλλυρίων, Κιλλυρίων, Κυλληρίων.
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) :
classe d’esclaves, à Syracuse.
Étymologie: DELG sans explication.