ἀρχιμάγειρος: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν δ' ἔχωμεν χρήμαθ', ἕξομεν φίλους → if we have money, then we will have friends | if we have money, we shall have friends

Source
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρχιμάγειρος''': ὁ πρῶτος [[μάγειρος]], Ἑβδ. (Γεν. λθ΄, 1, κ. ἀλλ., πρβλ. Φίλωνα. 2. 63): ἐν ταῖς αὐλαῖς τῶν βασιλέων ἐν Ἀνατολῇ φαίνεται ὅτι τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ ἀρχιμαγείρου, δὲν ἦτο μικρὸν καὶ δὲν περιωρίζετο μόνον εἰς τὰ τοῦ μαγείρου, Ἑβδ. (Δαν. β΄ 14, πρβλ. Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 10, 3), Πλούτ. 2. 11Β.
|lstext='''ἀρχιμάγειρος''': ὁ πρῶτος [[μάγειρος]], Ἑβδ. (Γεν. λθ΄, 1, κ. ἀλλ., πρβλ. Φίλωνα. 2. 63): ἐν ταῖς αὐλαῖς τῶν βασιλέων ἐν Ἀνατολῇ φαίνεται ὅτι τὸ [[ἀξίωμα]] τοῦ ἀρχιμαγείρου, δὲν ἦτο μικρὸν καὶ δὲν περιωρίζετο μόνον εἰς τὰ τοῦ μαγείρου, Ἑβδ. (Δαν. β΄ 14, πρβλ. Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 10, 3), Πλούτ. 2. 11Β.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />cuisinier-chef, maître-queux.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρχω]], [[μάγειρος]].
}}
}}

Revision as of 19:47, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρχιμάγειρος Medium diacritics: ἀρχιμάγειρος Low diacritics: αρχιμάγειρος Capitals: ΑΡΧΙΜΑΓΕΙΡΟΣ
Transliteration A: archimágeiros Transliteration B: archimageiros Transliteration C: archimageiros Beta Code: a)rxima/geiros

English (LSJ)

[ᾰ], ον,

   A chief cook, LXXGe.39.1, al., cf. Ph.2.63; title of a great officer in Oriental courts, LXXDa.2.14, cf. J.AJ10.10.3, Plu.2.11b:—also ἀρχι-μᾰγειρεύς, έως, ὁ, dignitary in Mithraic cult, BCH 37.97 (Thessalonica).

German (Pape)

[Seite 366] ὁ, Oberkoch, Plut. educ. lib. 14 M.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρχιμάγειρος: ὁ πρῶτος μάγειρος, Ἑβδ. (Γεν. λθ΄, 1, κ. ἀλλ., πρβλ. Φίλωνα. 2. 63): ἐν ταῖς αὐλαῖς τῶν βασιλέων ἐν Ἀνατολῇ φαίνεται ὅτι τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιμαγείρου, δὲν ἦτο μικρὸν καὶ δὲν περιωρίζετο μόνον εἰς τὰ τοῦ μαγείρου, Ἑβδ. (Δαν. β΄ 14, πρβλ. Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 10. 10, 3), Πλούτ. 2. 11Β.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
cuisinier-chef, maître-queux.
Étymologie: ἄρχω, μάγειρος.