ἀντίπνοος: Difference between revisions
ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
(6_19) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντίπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, ὁ ὑπὸ ἐναντίων ἀνέμων προξενούμενος, ἀντιπνόους... ἀπλοίας (κατὰ Δινδ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ἀντ. αὔρας, ἐναντίους ἀνέμους) Αἰσχύλ. Ἀγ. 149· στάσιν ἀντίπνουν ἀποδεικνύμενα [τὰ πνεύματα τῶν ἀνέμων] ὁ αὐτ. Προμ. 1088. ― Ἐπιρρ. -νόως, τῶν ἀνέμων ἀντιπνόως ταραξάντων τὸ [[πέλαγος]] Τζέτζ. Λυκόφρ. 739. | |lstext='''ἀντίπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, ὁ ὑπὸ ἐναντίων ἀνέμων προξενούμενος, ἀντιπνόους... ἀπλοίας (κατὰ Δινδ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ἀντ. αὔρας, ἐναντίους ἀνέμους) Αἰσχύλ. Ἀγ. 149· στάσιν ἀντίπνουν ἀποδεικνύμενα [τὰ πνεύματα τῶν ἀνέμων] ὁ αὐτ. Προμ. 1088. ― Ἐπιρρ. -νόως, τῶν ἀνέμων ἀντιπνόως ταραξάντων τὸ [[πέλαγος]] Τζέτζ. Λυκόφρ. 739. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οος, οον;<br />causé par un vent contraire.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[πνέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:42, 9 August 2017
English (LSJ)
ον, contr. ἀντί-πνους, ουν,
A caused by adverse winds, ἀντιπνόους . . ἀπλοίας A.Ag.147 (lyr.); στάσις ἀ. Id.Pr.1087 (lyr.). Adv. -νόως Tz. ad Lyc.739.
German (Pape)
[Seite 259] zsgz. -πνους, entgegenwehend, widrig, ἄπλοια Aesoh. Ag. 145; στάσις Prom. 1089; – adv. -πνόως, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίπνοος: -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, ὁ ὑπὸ ἐναντίων ἀνέμων προξενούμενος, ἀντιπνόους... ἀπλοίας (κατὰ Δινδ. χάριν τοῦ μέτρου, ἀντ. αὔρας, ἐναντίους ἀνέμους) Αἰσχύλ. Ἀγ. 149· στάσιν ἀντίπνουν ἀποδεικνύμενα [τὰ πνεύματα τῶν ἀνέμων] ὁ αὐτ. Προμ. 1088. ― Ἐπιρρ. -νόως, τῶν ἀνέμων ἀντιπνόως ταραξάντων τὸ πέλαγος Τζέτζ. Λυκόφρ. 739.
French (Bailly abrégé)
οος, οον;
causé par un vent contraire.
Étymologie: ἀντί, πνέω.