νευρόσπαστος: Difference between revisions

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
(6_15)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νευρόσπαστος''': ον ([[σπάω]] ὁ διὰ χορδῶν κινούμενος, ἀγάλματα νευρ., πλαγγόνες κινούμεναι διὰ χορδῶν, Ἡρόδ. 2. 48· τὰ νευρόσπαστα Ξεν. Συμπ. 4. 55, Λουκ. περὶ τῆς Συρίης Θεοῦ 16, κτλ.
|lstext='''νευρόσπαστος''': ον ([[σπάω]] ὁ διὰ χορδῶν κινούμενος, ἀγάλματα νευρ., πλαγγόνες κινούμεναι διὰ χορδῶν, Ἡρόδ. 2. 48· τὰ νευρόσπαστα Ξεν. Συμπ. 4. 55, Λουκ. περὶ τῆς Συρίης Θεοῦ 16, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />mû par des fils ; τὰ νευρόσπαστα sorte de marionnettes.<br />'''Étymologie:''' [[νεῦρον]], [[σπάω]].
}}
}}

Revision as of 20:03, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευρόσπαστος Medium diacritics: νευρόσπαστος Low diacritics: νευρόσπαστος Capitals: ΝΕΥΡΟΣΠΑΣΤΟΣ
Transliteration A: neuróspastos Transliteration B: neurospastos Transliteration C: nevrospastos Beta Code: neuro/spastos

English (LSJ)

ον, (σπάω)

   A drawn by strings, ἀγάλματα ν. puppets moved by strings, Hdt.2.48; τὰ νευρόσπαστα puppets, X.Smp.4.55, Luc.Syr.D.16, etc.

Greek (Liddell-Scott)

νευρόσπαστος: ον (σπάω ὁ διὰ χορδῶν κινούμενος, ἀγάλματα νευρ., πλαγγόνες κινούμεναι διὰ χορδῶν, Ἡρόδ. 2. 48· τὰ νευρόσπαστα Ξεν. Συμπ. 4. 55, Λουκ. περὶ τῆς Συρίης Θεοῦ 16, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
mû par des fils ; τὰ νευρόσπαστα sorte de marionnettes.
Étymologie: νεῦρον, σπάω.