ἐννεσία: Difference between revisions

From LSJ

Γέρων ἐραστὴς ἐσχάτη κακὴ τύχη → Senex amator ultimum infortunium → Das größte Unglück ist ein greiser Liebhaber

Menander, Monostichoi, 90
(6_11)
(12)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐννεσία''': ἡ, ποιητ. ἀντὶ [[ἐνεσία]].
|lstext='''ἐννεσία''': ἡ, ποιητ. ἀντὶ [[ἐνεσία]].
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐννεσία]], η (Α)<br />επικ. τ. [[αντί]] [[ενεσία]]<br />[[προτροπή]], [[υπόδειξη]], [[συμβουλή]], [[εισήγηση]] («κείνης ἐννεσίῃσι» — με τις προτροπές εκείνης, <b>Ομ. Ιλ.</b>).
}}
}}

Revision as of 07:09, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐννεσία Medium diacritics: ἐννεσία Low diacritics: εννεσία Capitals: ΕΝΝΕΣΙΑ
Transliteration A: ennesía Transliteration B: ennesia Transliteration C: ennesia Beta Code: e)nnesi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A v. ἐνεσία.

Greek (Liddell-Scott)

ἐννεσία: ἡ, ποιητ. ἀντὶ ἐνεσία.

Greek Monolingual

ἐννεσία, η (Α)
επικ. τ. αντί ενεσία
προτροπή, υπόδειξη, συμβουλή, εισήγηση («κείνης ἐννεσίῃσι» — με τις προτροπές εκείνης, Ομ. Ιλ.).