παιωνία: Difference between revisions

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παιωνία''': ἡ, (Παιῶν) ὡς τὸ [[γλυκυσίδη]], [[εἶδος]] φυτοῦ ἔχοντος κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἀντισπασμωδικὰς ἰδιότητας, Θεοφράστ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 8, 6. Ἐπικ. [[παιονίη]], Ὀρφ. Ἀργ. 916.
|lstext='''παιωνία''': ἡ, (Παιῶν) ὡς τὸ [[γλυκυσίδη]], [[εἶδος]] φυτοῦ ἔχοντος κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἀντισπασμωδικὰς ἰδιότητας, Θεοφράστ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 8, 6. Ἐπικ. [[παιονίη]], Ὀρφ. Ἀργ. 916.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />pivoine, <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' fém. de [[παιώνιος]]¹.
}}
}}

Revision as of 19:26, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παιωνία Medium diacritics: παιωνία Low diacritics: παιωνία Capitals: ΠΑΙΩΝΙΑ
Transliteration A: paiōnía Transliteration B: paiōnia Transliteration C: paionia Beta Code: paiwni/a

English (LSJ)

ἡ, (Παιών)

   A = γλυκυσίδη, peony, Thphr.HP9.8.6; π. ἄρρην, θήλεια, = Paeonia officinalis, corallina, Ps.-Dsc.3.140; Ep. παιονίη Orph.A.918.    2 = χελιδόνιον μέγα, Ps.-Dsc.2.180.    II name of an antidote, Orib.Fr.82.

German (Pape)

[Seite 444] ἡ, die Päonia, eine Blume, die auch γλυκυσίδη hieß, Theophr. u. A. – Auch ein Antidoton, sp. Medic.

Greek (Liddell-Scott)

παιωνία: ἡ, (Παιῶν) ὡς τὸ γλυκυσίδη, εἶδος φυτοῦ ἔχοντος κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἀντισπασμωδικὰς ἰδιότητας, Θεοφράστ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 8, 6. Ἐπικ. παιονίη, Ὀρφ. Ἀργ. 916.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
pivoine, plante.
Étymologie: fém. de παιώνιος¹.