ἀμβοειδής: Difference between revisions
From LSJ
ὥστε ὁ βίος, ὢν καὶ νῦν χαλεπός, εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ' ἂν τὸ παράπαν → and so life, which is hard enough now, would then become absolutely unendurable
(6_7) |
(big3_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμβοειδής''': -ές, = ὡς [[ἄμβων]], κεκυρτωμένος, προεξέχων, Ὀρειβάσ. σ. 133 Μαι. | |lstext='''ἀμβοειδής''': -ές, = ὡς [[ἄμβων]], κεκυρτωμένος, προεξέχων, Ὀρειβάσ. σ. 133 Μαι. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ές [[saliente]], [[protuberante]] μέρος Heliod. en Orib.49.9.7. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:11, 21 August 2017
English (LSJ)
ές,
A like an ἄμβων, protuberant, Heliod. ap. Orib.49.8.7.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμβοειδής: -ές, = ὡς ἄμβων, κεκυρτωμένος, προεξέχων, Ὀρειβάσ. σ. 133 Μαι.
Spanish (DGE)
-ές saliente, protuberante μέρος Heliod. en Orib.49.9.7.