πλάτας: Difference between revisions
From LSJ
(6_4) |
(32) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλάτας''': α, ὁ, [[ἐπίπεδος]] [[ἐπιφάνεια]] ἢ [[ὕψωμα]] ἐπίπεδον, ἐφ᾿ οὗ ᾠκοδομοῦντο τάφοι, Ἐπιγραφὴ Καρίας ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 2824 (Προσθῆκαι), 2825, κ. ἀλλ.· ἴδε Böckh σ. 533 κἑξ. | |lstext='''πλάτας''': α, ὁ, [[ἐπίπεδος]] [[ἐπιφάνεια]] ἢ [[ὕψωμα]] ἐπίπεδον, ἐφ᾿ οὗ ᾠκοδομοῦντο τάφοι, Ἐπιγραφὴ Καρίας ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 2824 (Προσθῆκαι), 2825, κ. ἀλλ.· ἴδε Böckh σ. 533 κἑξ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-α, ὁ, Α<br /><b>βλ.</b> [[πλάτης]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 29 September 2017
English (LSJ)
πλᾰ], α, also πλάτης, ου, ὁ,
A platform on which tombs were placed, TAM2.438 (Patara), CIG2825, al. (Aphrodisias); cf. πλάτος (B), πέλτον.
Greek (Liddell-Scott)
πλάτας: α, ὁ, ἐπίπεδος ἐπιφάνεια ἢ ὕψωμα ἐπίπεδον, ἐφ᾿ οὗ ᾠκοδομοῦντο τάφοι, Ἐπιγραφὴ Καρίας ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 2824 (Προσθῆκαι), 2825, κ. ἀλλ.· ἴδε Böckh σ. 533 κἑξ.
Greek Monolingual
-α, ὁ, Α
βλ. πλάτης.