κηρῖτις: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
(6_1)
(20)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κηρῖτις''': (δηλ. [[λίθος]]), ἡ, πολύτιμός τις [[λίθος]] ἔχουσα τὸ [[χρῶμα]] τοῦ κηροῦ, Πλίν. 37. 56.
|lstext='''κηρῖτις''': (δηλ. [[λίθος]]), ἡ, πολύτιμός τις [[λίθος]] ἔχουσα τὸ [[χρῶμα]] τοῦ κηροῦ, Πλίν. 37. 56.
}}
{{grml
|mltxt=κηρῑτις, -ιδος, ἡ (Α) [[κηρός]]<br />(ενν. [[λίθος]]) [[πολύτιμος]] [[λίθος]] με το [[χρώμα]] του κεριού.
}}
}}

Revision as of 07:24, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κηρῖτις Medium diacritics: κηρῖτις Low diacritics: κηρίτις Capitals: ΚΗΡΙΤΙΣ
Transliteration A: kērîtis Transliteration B: kēritis Transliteration C: kiritis Beta Code: khri=tis

English (LSJ)

(sc. λίθος), ἡ, a precious stone

   A like wax, Plin.HN37.153.

Greek (Liddell-Scott)

κηρῖτις: (δηλ. λίθος), ἡ, πολύτιμός τις λίθος ἔχουσα τὸ χρῶμα τοῦ κηροῦ, Πλίν. 37. 56.

Greek Monolingual

κηρῑτις, -ιδος, ἡ (Α) κηρός
(ενν. λίθος) πολύτιμος λίθος με το χρώμα του κεριού.