ἀντιφιλονεικέω: Difference between revisions

From LSJ

μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them

Source
(6_1)
(1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιφῐλονεικέω''': [[ἀντερίζω]], [[ἀντιτείνω]], θεωρῶν δὲ τὸν Μάρκον ἐκπεφυσημένον καὶ πρὸς πάντα ἀντιφιλονεικοῦντα Πολύβ. 3. 103, 7· [[χάριν]] τοῦ πρὸς μηδὲν ἀντιφιλονεικεῖν ὁ αὐτ. 12. 7, 6, κτλ.· ἀπολ., Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 2. 9, 1.
|lstext='''ἀντιφῐλονεικέω''': [[ἀντερίζω]], [[ἀντιτείνω]], θεωρῶν δὲ τὸν Μάρκον ἐκπεφυσημένον καὶ πρὸς πάντα ἀντιφιλονεικοῦντα Πολύβ. 3. 103, 7· [[χάριν]] τοῦ πρὸς μηδὲν ἀντιφιλονεικεῖν ὁ αὐτ. 12. 7, 6, κτλ.· ἀπολ., Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 2. 9, 1.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντιφῐλονεικέω:''' враждебно противодействовать, мешать (τινι πρός τι Polyb.; τινι Plut.).
}}
}}

Revision as of 16:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιφῐλονεικέω Medium diacritics: ἀντιφιλονεικέω Low diacritics: αντιφιλονεικέω Capitals: ΑΝΤΙΦΙΛΟΝΕΙΚΕΩ
Transliteration A: antiphiloneikéō Transliteration B: antiphiloneikeō Transliteration C: antifiloneikeo Beta Code: a)ntifiloneike/w

English (LSJ)

   A strive jealously against, πρὸς πάντα Id.3.103.7; τῇ συγκλήτῳ 32.3.16: abs., J.AJ2.9.1.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιφῐλονεικέω: ἀντερίζω, ἀντιτείνω, θεωρῶν δὲ τὸν Μάρκον ἐκπεφυσημένον καὶ πρὸς πάντα ἀντιφιλονεικοῦντα Πολύβ. 3. 103, 7· χάριν τοῦ πρὸς μηδὲν ἀντιφιλονεικεῖν ὁ αὐτ. 12. 7, 6, κτλ.· ἀπολ., Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰ. 2. 9, 1.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιφῐλονεικέω: враждебно противодействовать, мешать (τινι πρός τι Polyb.; τινι Plut.).