δημοκρατέομαι: Difference between revisions
(6_20) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δημοκρᾰτέομαι''': παθ. [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. –κρατήσομαι (Θουκ. 8. 48, Λυσ. 213. 14, Δημ. 731. 15, ἀλλὰ -κρατηθήσομαι Θουκ. 8. 75· πρκμ. δεδημοκράτημαι Δίων Κ. 52. 13). Ἔχω δημοκρατικὸν [[πολίτευμα]], ζῶ ἐν δημοκρατίᾳ, Ἡρόδ. 6. 43, Ἀριστοφ. Ἀχ. 642, Θουκ. 5. 29, κτλ.· [[πόλις]] δημοκρατουμένη Νομ. παρ' Ἀνδοκ. 12. 4, πρβλ. Λυσ. 120. 28· πρβλ. ὀλιγαρχέομαι. 1) ἀπροσ., δημοκρατεῖται , δημοκρατεῖται, δημοκρατατικαί ἀρχαὶ ὑπερισχύουσιν, Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 17. ΙΙ.τὸ ἐνεργ. παρὰ Βυζαντιακ. συγγραφ. ἐπὶ τῶν μερίδων τοῦ ἱπποδρόμου (δῆμοι), [[διεγείρω]] ταραχήν, στάσιν, Ἰω. Μαλαλ. 393, κτλ.· πρβλ. [[δημοτεύομαι]]. | |lstext='''δημοκρᾰτέομαι''': παθ. [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. –κρατήσομαι (Θουκ. 8. 48, Λυσ. 213. 14, Δημ. 731. 15, ἀλλὰ -κρατηθήσομαι Θουκ. 8. 75· πρκμ. δεδημοκράτημαι Δίων Κ. 52. 13). Ἔχω δημοκρατικὸν [[πολίτευμα]], ζῶ ἐν δημοκρατίᾳ, Ἡρόδ. 6. 43, Ἀριστοφ. Ἀχ. 642, Θουκ. 5. 29, κτλ.· [[πόλις]] δημοκρατουμένη Νομ. παρ' Ἀνδοκ. 12. 4, πρβλ. Λυσ. 120. 28· πρβλ. ὀλιγαρχέομαι. 1) ἀπροσ., δημοκρατεῖται , δημοκρατεῖται, δημοκρατατικαί ἀρχαὶ ὑπερισχύουσιν, Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 17. ΙΙ.τὸ ἐνεργ. παρὰ Βυζαντιακ. συγγραφ. ἐπὶ τῶν μερίδων τοῦ ἱπποδρόμου (δῆμοι), [[διεγείρω]] ταραχήν, στάσιν, Ἰω. Μαλαλ. 393, κτλ.· πρβλ. [[δημοτεύομαι]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-οῦμαι;<br />être gouverné démocratiquement, avoir une constitution démocratique.<br />'''Étymologie:''' [[δῆμος]], [[κρατέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:51, 9 August 2017
English (LSJ)
Pass. with fut. Med.
A -κρατήσομαι Th.8.48, Lys. 34.4, D.24.99, but -κρατηθήσομαι v.l. in Th.8.75: pf. δεδημοκράτημαι D.C.52.13:—have a democratic constitution, Hdt.6.43, Ar.Ach.642, Lys.12.4, etc.; πόλις δημοκρατουμένη Lex ap.And.1.88, cf. Th.5.29. 2 impers., δημοκρατεῖται democratic principles prevail, Arist. Pol.1265b38.
German (Pape)
[Seite 563] vom Volke beherrscht werden, eine demokratische Verfassung haben, Her. 6, 43; Ar. Ach. 642; πόλις Thuc. 5, 29, u. öfter, wie Folgde. – Erst sehr Sp. haben das act. von den Faktionen des Circus (δῆμοι).
Greek (Liddell-Scott)
δημοκρᾰτέομαι: παθ. μετὰ μέσ. μέλλ. –κρατήσομαι (Θουκ. 8. 48, Λυσ. 213. 14, Δημ. 731. 15, ἀλλὰ -κρατηθήσομαι Θουκ. 8. 75· πρκμ. δεδημοκράτημαι Δίων Κ. 52. 13). Ἔχω δημοκρατικὸν πολίτευμα, ζῶ ἐν δημοκρατίᾳ, Ἡρόδ. 6. 43, Ἀριστοφ. Ἀχ. 642, Θουκ. 5. 29, κτλ.· πόλις δημοκρατουμένη Νομ. παρ' Ἀνδοκ. 12. 4, πρβλ. Λυσ. 120. 28· πρβλ. ὀλιγαρχέομαι. 1) ἀπροσ., δημοκρατεῖται , δημοκρατεῖται, δημοκρατατικαί ἀρχαὶ ὑπερισχύουσιν, Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 17. ΙΙ.τὸ ἐνεργ. παρὰ Βυζαντιακ. συγγραφ. ἐπὶ τῶν μερίδων τοῦ ἱπποδρόμου (δῆμοι), διεγείρω ταραχήν, στάσιν, Ἰω. Μαλαλ. 393, κτλ.· πρβλ. δημοτεύομαι.
French (Bailly abrégé)
-οῦμαι;
être gouverné démocratiquement, avoir une constitution démocratique.
Étymologie: δῆμος, κρατέω.