καλλίπολις: Difference between revisions
καὶ οἱ ἀμαθέστατοι τῶν ἰατρῶν τὸ αὐτὸ σοὶ ποιοῦσιν, ἐλεφαντίνους νάρθηκας καὶ σικύας ἀργυρᾶς ποιούμενοι καὶ σμίλας χρυσοκολλήτους: ὁπόταν δὲ καὶ χρήσασθαι τούτοις δέῃ, οἱ μὲν οὐδὲ ὅπως χρὴ μεταχειρίσασθαι αὐτὰ ἴσασιν → the most ignorant of doctors do the same as you, getting themselves ivory containers, silver cupping instruments, and gold-inlaid scalpels; but when it's time to use those things, they haven't the slightest notion of how to handle them
(6_8) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καλλίπολις''': -εως, ἡ, ὡραῖα [[πόλις]], Πλάτ. Πολ. 527C· [[συχν]]. ὡς κύριον [[ὄνομα]], Ἡρόδ, Ἡρόδ. 7. 154, κτλ. | |lstext='''καλλίπολις''': -εως, ἡ, ὡραῖα [[πόλις]], Πλάτ. Πολ. 527C· [[συχν]]. ὡς κύριον [[ὄνομα]], Ἡρόδ, Ἡρόδ. 7. 154, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />belle ville.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[πόλις]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:55, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A fair city, Pl.R.527c: freq. as pr.n.:— hence Καλλιπολῖται, οἱ, Hdt.7.154, etc.
German (Pape)
[Seite 1310] ἡ, schöner Staat, od. Schönstaat, zum Scherz von Plat. Rep. VII, 527 a gebildet; Themist.
Greek (Liddell-Scott)
καλλίπολις: -εως, ἡ, ὡραῖα πόλις, Πλάτ. Πολ. 527C· συχν. ὡς κύριον ὄνομα, Ἡρόδ, Ἡρόδ. 7. 154, κτλ.