φρόντισμα: Difference between revisions

From LSJ

Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge

Menander, Monostichoi, 489
(6_22)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φρόντισμα''': τό, ὅ,τι σκέπτεταί τις, [[σκέψις]], [[ἐπίνοια]], Ἀριστοφ. Νεφ. 155, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 34, κλπ.· τὰ φροντίσματα, λόγοι προμεμελετημένοι Φιλοστρ. 482· ― [[ὡσαύτως]] φροντισμός, ὁ, Ἡσύχ.
|lstext='''φρόντισμα''': τό, ὅ,τι σκέπτεταί τις, [[σκέψις]], [[ἐπίνοια]], Ἀριστοφ. Νεφ. 155, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 34, κλπ.· τὰ φροντίσματα, λόγοι προμεμελετημένοι Φιλοστρ. 482· ― [[ὡσαύτως]] φροντισμός, ὁ, Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />objet de méditation, sujet de préoccupation <i>ou</i> de sollicitude.<br />'''Étymologie:''' [[φροντίζω]].
}}
}}

Revision as of 20:12, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρόντισμα Medium diacritics: φρόντισμα Low diacritics: φρόντισμα Capitals: ΦΡΟΝΤΙΣΜΑ
Transliteration A: phróntisma Transliteration B: phrontisma Transliteration C: frontisma Beta Code: fro/ntisma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A that which is thought out, thought, invention, Ar.Nu.155, Luc.Bis Acc.34, etc.; τὰ φ. premeditated speeches, Philostr.VS1 Prooem.; of a literary work, ib.1.18.4, al.    II = φροντίς 111.2, PLond.5.1648.12 (iv A. D.), Lyd.Mag.1.50, al., Cod.Just.12.60.7.9, Just.Nov.8Ed.1.

German (Pape)

[Seite 1309] τό, das Ausgesonnene, Erdachte, bes. das sein Ausstudirte, Ar. Nubb. 155, ein Gegenstand des Nachdenkens od. Forschens; τὰ φροντίσματα, ausgearbeitete Reden, Philostr.

Greek (Liddell-Scott)

φρόντισμα: τό, ὅ,τι σκέπτεταί τις, σκέψις, ἐπίνοια, Ἀριστοφ. Νεφ. 155, Λουκ. Δὶς Κατηγ. 34, κλπ.· τὰ φροντίσματα, λόγοι προμεμελετημένοι Φιλοστρ. 482· ― ὡσαύτως φροντισμός, ὁ, Ἡσύχ.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
objet de méditation, sujet de préoccupation ou de sollicitude.
Étymologie: φροντίζω.