ναυμαχητέον: Difference between revisions
From LSJ
ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant
(6_20) |
(5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ναυμαχητέον''': ῥηματ. ἐπίθετ. τοῦ [[ναυμαχέω]], δεῖ ναυμαχεῖν, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15. 14. | |lstext='''ναυμαχητέον''': ῥηματ. ἐπίθετ. τοῦ [[ναυμαχέω]], δεῖ ναυμαχεῖν, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15. 14. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ναυμᾰχητέον:''' ρημ. επίθ., αυτό για το οποίο πρέπει να δοθεί [[μάχη]] στη [[θάλασσα]], σε Αριστ. | |||
}} | }} |