σκοτόμαινα: Difference between revisions

From LSJ

ἄριστος ἐν ἀνθρώποις ὄρτυξ → the best quail in the world

Source
(6_9)
(37)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκοτόμαινα''': ἡ, = [[σκοτομήνη]], Ἀνθ. Π. 13. 12, Χρησμ. Σιβ. 5. 479· [[καθόλου]], [[σκότος]], Γρηγ. Ναζ.· - πρβλ. Φρύνιχ. 499· «βαθεῖα νὺξ» Ἡσύχ.
|lstext='''σκοτόμαινα''': ἡ, = [[σκοτομήνη]], Ἀνθ. Π. 13. 12, Χρησμ. Σιβ. 5. 479· [[καθόλου]], [[σκότος]], Γρηγ. Ναζ.· - πρβλ. Φρύνιχ. 499· «βαθεῖα νὺξ» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[σκοτομήνη]].
}}
}}

Revision as of 12:29, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκοτόμαινα Medium diacritics: σκοτόμαινα Low diacritics: σκοτόμαινα Capitals: ΣΚΟΤΟΜΑΙΝΑ
Transliteration A: skotómaina Transliteration B: skotomaina Transliteration C: skotomaina Beta Code: skoto/maina

English (LSJ)

ἡ,= σκοτομήνη, AP13.12 (Hegesipp.): metaph., Aristid.Or.22(19).11: Att. acc. to Hsch.

German (Pape)

[Seite 905] ἡ, att. = σκοτομήνη, Hegesipp. 6 (XIII, 12); Lob. Phryn. p. 499.

Greek (Liddell-Scott)

σκοτόμαινα: ἡ, = σκοτομήνη, Ἀνθ. Π. 13. 12, Χρησμ. Σιβ. 5. 479· καθόλου, σκότος, Γρηγ. Ναζ.· - πρβλ. Φρύνιχ. 499· «βαθεῖα νὺξ» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
βλ. σκοτομήνη.