κατακέντημα: Difference between revisions

From LSJ

τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis

Source
(6_22)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατακέντημα''': τό, στῖξις, στῖγμα, [[σημεῖον]], ἡ ὀπὴ ἡ σχηματισθεῖσα ἐκ τοῦ κεντήματος, Πλάτ. Τίμ. 76Β.
|lstext='''κατακέντημα''': τό, στῖξις, στῖγμα, [[σημεῖον]], ἡ ὀπὴ ἡ σχηματισθεῖσα ἐκ τοῦ κεντήματος, Πλάτ. Τίμ. 76Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατακέντημα]], τὸ (Α) [[κατακεντώ]]<br />η [[τρύπα]] που σχηματίζεται από το [[κέντημα]].
}}
}}

Revision as of 07:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατακέντημα Medium diacritics: κατακέντημα Low diacritics: κατακέντημα Capitals: ΚΑΤΑΚΕΝΤΗΜΑ
Transliteration A: katakéntēma Transliteration B: katakentēma Transliteration C: katakentima Beta Code: katake/nthma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A puncture, Pl.Ti. 76b.

German (Pape)

[Seite 1352] τό, das Durchstochene, Loch, Plat. Tim. 76 b.

Greek (Liddell-Scott)

κατακέντημα: τό, στῖξις, στῖγμα, σημεῖον, ἡ ὀπὴ ἡ σχηματισθεῖσα ἐκ τοῦ κεντήματος, Πλάτ. Τίμ. 76Β.

Greek Monolingual

κατακέντημα, τὸ (Α) κατακεντώ
η τρύπα που σχηματίζεται από το κέντημα.