εὐαγωγία: Difference between revisions
From LSJ
χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell
(6_10) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐᾰγωγία''': ἡ, καλὴ [[ἀγωγή]], καλὴ [[ἀνατροφή]], Αἰσχίν. 48.20. ΙΙ. τὸ εὐάγωγον, [[εὐαγωγία]] ψυχῆς [[πρός]] λόγους καὶ πράξεις Πλάτ. Ὅροι 413Β, Ἀριστ. π. Ἀρετ. κ. Κακ. 5. 5. | |lstext='''εὐᾰγωγία''': ἡ, καλὴ [[ἀγωγή]], καλὴ [[ἀνατροφή]], Αἰσχίν. 48.20. ΙΙ. τὸ εὐάγωγον, [[εὐαγωγία]] ψυχῆς [[πρός]] λόγους καὶ πράξεις Πλάτ. Ὅροι 413Β, Ἀριστ. π. Ἀρετ. κ. Κακ. 5. 5. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />bonne éducation.<br />'''Étymologie:''' [[εὐάγωγος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:54, 9 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A good education, ἡ Ἐπικράτους εὐ. τοῦ ἀδελφοῦ Aeschin. 2.151, cf. Simp. in Epict.p.19 D., al. II easiness of being led, ψυχῆς πρὸς λόγους Pl.Def.413b, cf. Them.Or.13.175c: abs., docility, Arist. VV1250b32; κουφότης καὶ εὐ. Philostr.V A6.13.
German (Pape)
[Seite 1055] ἡ, gute Führung, Leitung oder Erziehung, Wohlgezogenheit, Aesch. 2, 151 u. Sp. – Lenksamkeit, Gelehrigkeit, ψυχῆς πρὸς λόγους καὶ πράξεις Plat. defin. 413 b; Themist.
Greek (Liddell-Scott)
εὐᾰγωγία: ἡ, καλὴ ἀγωγή, καλὴ ἀνατροφή, Αἰσχίν. 48.20. ΙΙ. τὸ εὐάγωγον, εὐαγωγία ψυχῆς πρός λόγους καὶ πράξεις Πλάτ. Ὅροι 413Β, Ἀριστ. π. Ἀρετ. κ. Κακ. 5. 5.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
bonne éducation.
Étymologie: εὐάγωγος.