καταλαμπτέος: Difference between revisions

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
(6_4)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταλαμπτέος''': -α, -ον, Ἰων. ἀντὶ τοῦ [[καταληπτέος]], ὃν πρέπει νὰ καταλάβῃ ἢ σταματήσῃ τις, θανάτῳ, διὰ θανάτου, Ἡρόδ. 3. 127.
|lstext='''καταλαμπτέος''': -α, -ον, Ἰων. ἀντὶ τοῦ [[καταληπτέος]], ὃν πρέπει νὰ καταλάβῃ ἢ σταματήσῃ τις, θανάτῳ, διὰ θανάτου, Ἡρόδ. 3. 127.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. ion. c.</i> [[καταληπτέος]].
}}
}}

Revision as of 20:00, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταλαμπτέος Medium diacritics: καταλαμπτέος Low diacritics: καταλαμπτέος Capitals: ΚΑΤΑΛΑΜΠΤΕΟΣ
Transliteration A: katalamptéos Transliteration B: katalampteos Transliteration C: katalampteos Beta Code: katalampte/os

English (LSJ)

α, ον, Ion. for καταληπτέος,

   A to be arrested, θανάτῳ by death, Hdt.3.127.

Greek (Liddell-Scott)

καταλαμπτέος: -α, -ον, Ἰων. ἀντὶ τοῦ καταληπτέος, ὃν πρέπει νὰ καταλάβῃ ἢ σταματήσῃ τις, θανάτῳ, διὰ θανάτου, Ἡρόδ. 3. 127.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
adj. verb. ion. c. καταληπτέος.