ἀπρέπεια: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source
(6_10)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπρέπεια''': ἡ, ἀπρεπὴς [[διαγωγή]], [[ἔλλειψις]] εὐπρεπείας, [[ἀκοσμία]], [[ἀσχημοσύνη]], τὸ τοῦ Κικέρωνος discrepantia, Πλάτ. Πολ. 465C, κτλ. ΙΙ. ἀσχημία, εἴδους [[ἀπρεπίη]] (Ἐπ. τύπ.) Ἀνθ. Πλαν. 319.
|lstext='''ἀπρέπεια''': ἡ, ἀπρεπὴς [[διαγωγή]], [[ἔλλειψις]] εὐπρεπείας, [[ἀκοσμία]], [[ἀσχημοσύνη]], τὸ τοῦ Κικέρωνος discrepantia, Πλάτ. Πολ. 465C, κτλ. ΙΙ. ἀσχημία, εἴδους [[ἀπρεπίη]] (Ἐπ. τύπ.) Ἀνθ. Πλαν. 319.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />manque de convenance, de régularité.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπρεπής]].
}}
}}

Revision as of 19:43, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπρέπεια Medium diacritics: ἀπρέπεια Low diacritics: απρέπεια Capitals: ΑΠΡΕΠΕΙΑ
Transliteration A: aprépeia Transliteration B: aprepeia Transliteration C: aprepeia Beta Code: a)pre/peia

English (LSJ)

Ep. ἀπρεπίη, ἡ,

   A unseemliness, Pl.R.465b, etc.    2 impropriety in writing, Id.Phdr.274b.    II ugliness, εἴδεος ἀπρεπίη APl.4.319, cf. Dsc.Alex.27.

German (Pape)

[Seite 338] ἡ, Unschicklichkeit, Unanständigkeit, der εὐπρέπεια entgegengesetzt, Plat. Phaedr. 274 b u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπρέπεια: ἡ, ἀπρεπὴς διαγωγή, ἔλλειψις εὐπρεπείας, ἀκοσμία, ἀσχημοσύνη, τὸ τοῦ Κικέρωνος discrepantia, Πλάτ. Πολ. 465C, κτλ. ΙΙ. ἀσχημία, εἴδους ἀπρεπίη (Ἐπ. τύπ.) Ἀνθ. Πλαν. 319.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
manque de convenance, de régularité.
Étymologie: ἀπρεπής.