γηθυλλίς: Difference between revisions
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
(6_12) |
(big3_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''γηθυλλίς''': -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ [[γήθυον]] (κατὰ τὸν Μοῖρ. 115, τὸ παρ’ Ἀττ. ἰσοδύναμον πρὸς τὸ [[ἀμπελόπρασον]] · Ἐπίχ. (ἐν τῷ Δωρ. τύπῳ γᾱθυλλίς) 89 Ahr., Εὔβουλ. Πορν. 2, Νίκ. Ἀλ. 431. | |lstext='''γηθυλλίς''': -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ [[γήθυον]] (κατὰ τὸν Μοῖρ. 115, τὸ παρ’ Ἀττ. ἰσοδύναμον πρὸς τὸ [[ἀμπελόπρασον]] · Ἐπίχ. (ἐν τῷ Δωρ. τύπῳ γᾱθυλλίς) 89 Ahr., Εὔβουλ. Πορν. 2, Νίκ. Ἀλ. 431. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> dór. γᾱθυλλίς Epich.80<br />bot.<br /><b class="num">1</b> [[cebolla]] o [[cebolleta]] variedad del [[Allium cepa L.]] ἐν δὲ σκόροδα δύο καὶ γαθυλλίδες δύο Epich.l.c., cf. Eub.88.3, Phryn.Com.12, Nic.<i>Al</i>.431, Polem.Hist.36, Epaenetus en Ath.371e, <i>IG</i> 5(1).1511.7 (Esparta), Hsch.s.u. γήθυα.<br /><b class="num">2</b> [[ajopuerro]] Moer.106. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:01, 21 August 2017
English (LSJ)
Dor. γᾱθ- Epich.134, ίδος, ἡ, Dim. of γήθυον:—
A spring onion (acc. to Moer.115, the Att. equivalent for ἀμπελόπρασον), Epich. l. c., Eub.89.3, Nic.Al.431, Epaenet. ap. Ath.9.371e, IG5(1).1511 (Sparta, prob.).
Greek (Liddell-Scott)
γηθυλλίς: -ίδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ γήθυον (κατὰ τὸν Μοῖρ. 115, τὸ παρ’ Ἀττ. ἰσοδύναμον πρὸς τὸ ἀμπελόπρασον · Ἐπίχ. (ἐν τῷ Δωρ. τύπῳ γᾱθυλλίς) 89 Ahr., Εὔβουλ. Πορν. 2, Νίκ. Ἀλ. 431.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
• Alolema(s): dór. γᾱθυλλίς Epich.80
bot.
1 cebolla o cebolleta variedad del Allium cepa L. ἐν δὲ σκόροδα δύο καὶ γαθυλλίδες δύο Epich.l.c., cf. Eub.88.3, Phryn.Com.12, Nic.Al.431, Polem.Hist.36, Epaenetus en Ath.371e, IG 5(1).1511.7 (Esparta), Hsch.s.u. γήθυα.
2 ajopuerro Moer.106.