ἀκάρπωτος: Difference between revisions
Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκάρπωτος''': -ον, = ὁ μὴ γινόμενος [[καρποφόρος]], ὁ μὴ παράγων καρπόν, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 3. 13, 3. 2) μεταφ., χρησμὸς ἀκ., χρησμὸς μὴ ἐκπληρωθείς, Αἰσχύλ. Εὐμ. 714· νίκας ἀκάρπωτον [[χάριν]], [[ἕνεκα]] νίκης τινός, ἥτις οὐδένα καρπὸν ἔφερεν εἰς αὐτήν, Σοφ. Αἴ. 176: - πρβλ. καρπός (Α) ΙΙΙ. | |lstext='''ἀκάρπωτος''': -ον, = ὁ μὴ γινόμενος [[καρποφόρος]], ὁ μὴ παράγων καρπόν, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 3. 13, 3. 2) μεταφ., χρησμὸς ἀκ., χρησμὸς μὴ ἐκπληρωθείς, Αἰσχύλ. Εὐμ. 714· νίκας ἀκάρπωτον [[χάριν]], [[ἕνεκα]] νίκης τινός, ἥτις οὐδένα καρπὸν ἔφερεν εἰς αὐτήν, Σοφ. Αἴ. 176: - πρβλ. καρπός (Α) ΙΙΙ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />dont on ne recueille aucun fruit, stérile ; <i>fig.</i> χρησμὸς [[ἀκάρπωτος]] ESCHL oracle qui n’est pas accompli ; ψευσθεῖσα χάριν ἀκάρπωτον νίκας SOPH frustrée de la récompense d’une victoire dont elle n’a pas recueilli le fruit.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[καρπόω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:40, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A not made fruitful, uncultivated, Thphr.CP3.13.3. 2 metaph., χρησμὸς ἀ. unfulfilled oracle, A.Eu.714; νίκας ἀκάρπωτον χάριν because of some victory which yielded her no tribute, S.Aj.176.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκάρπωτος: -ον, = ὁ μὴ γινόμενος καρποφόρος, ὁ μὴ παράγων καρπόν, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 3. 13, 3. 2) μεταφ., χρησμὸς ἀκ., χρησμὸς μὴ ἐκπληρωθείς, Αἰσχύλ. Εὐμ. 714· νίκας ἀκάρπωτον χάριν, ἕνεκα νίκης τινός, ἥτις οὐδένα καρπὸν ἔφερεν εἰς αὐτήν, Σοφ. Αἴ. 176: - πρβλ. καρπός (Α) ΙΙΙ.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
dont on ne recueille aucun fruit, stérile ; fig. χρησμὸς ἀκάρπωτος ESCHL oracle qui n’est pas accompli ; ψευσθεῖσα χάριν ἀκάρπωτον νίκας SOPH frustrée de la récompense d’une victoire dont elle n’a pas recueilli le fruit.
Étymologie: ἀ, καρπόω.