πρωτοδιάκονος: Difference between revisions
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(6_3) |
(35) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πρωτοδιάκονος''': [ᾱ], ὁ, ὁ πρῶτος [[διάκονος]], ἢ [[ἀρχιδιάκονος]], Εὐστ. Πονημάτ. 239. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 8737· - Ὡς ἐπίθετ. ἀναφέρεται εἰς τὸν Ἅγιον Στέφανον, Ψευδοβασίλ. ΙΙΙ, 1641C, Σύγκελλ. 623, 10. | |lstext='''πρωτοδιάκονος''': [ᾱ], ὁ, ὁ πρῶτος [[διάκονος]], ἢ [[ἀρχιδιάκονος]], Εὐστ. Πονημάτ. 239. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 8737· - Ὡς ἐπίθετ. ἀναφέρεται εἰς τὸν Ἅγιον Στέφανον, Ψευδοβασίλ. ΙΙΙ, 1641C, Σύγκελλ. 623, 10. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, ΜΑ<br />ο [[πρώτος]] [[διάκονος]], ο [[αρχιδιάκονος]]<br /><b>μσν.</b><br />[[προσωνυμία]] του αγίου Στεφάνου. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:24, 29 September 2017
English (LSJ)
[ᾱ], ὁ,
A first deacon, Supp.Epigr.6.243 (Phrygia, v A.D.).
Greek (Liddell-Scott)
πρωτοδιάκονος: [ᾱ], ὁ, ὁ πρῶτος διάκονος, ἢ ἀρχιδιάκονος, Εὐστ. Πονημάτ. 239. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 8737· - Ὡς ἐπίθετ. ἀναφέρεται εἰς τὸν Ἅγιον Στέφανον, Ψευδοβασίλ. ΙΙΙ, 1641C, Σύγκελλ. 623, 10.
Greek Monolingual
ὁ, ΜΑ
ο πρώτος διάκονος, ο αρχιδιάκονος
μσν.
προσωνυμία του αγίου Στεφάνου.