γεννήτρια: Difference between revisions

From LSJ

καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)

Source
(6_9)
(big3_9)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γεννήτρια''': ἡ, = [[γεννήτειρα]], Ἀχμέτ Ὀνειρ. 235, Α. Β. 35˙― καὶ γεννητρίς, Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 195.
|lstext='''γεννήτρια''': ἡ, = [[γεννήτειρα]], Ἀχμέτ Ὀνειρ. 235, Α. Β. 35˙― καὶ γεννητρίς, Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 195.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[engendradora]], [[madre]] Sch.Er.<i>Il</i>.22.82-3<br /><b class="num">•</b>fig. c. gen. [[causa]], [[fuente de]] δικῶν καὶ συκοφαντιῶν Phryn.<i>PS</i> 62, παρρησία ... γ. ... πάντων τῶν παθῶν Dor.Ab.<i>Doct</i>.4.52.
}}
}}

Revision as of 12:21, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεννήτρια Medium diacritics: γεννήτρια Low diacritics: γεννήτρια Capitals: ΓΕΝΝΗΤΡΙΑ
Transliteration A: gennḗtria Transliteration B: gennētria Transliteration C: gennitria Beta Code: gennh/tria

English (LSJ)

ἡ,

   A = γεννήτειρα, δικῶν Phryn.PSp.62 B.

German (Pape)

[Seite 483] ἡ, fem. zu γεννητής, B. A. 35; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

γεννήτρια: ἡ, = γεννήτειρα, Ἀχμέτ Ὀνειρ. 235, Α. Β. 35˙― καὶ γεννητρίς, Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 195.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
engendradora, madre Sch.Er.Il.22.82-3
fig. c. gen. causa, fuente de δικῶν καὶ συκοφαντιῶν Phryn.PS 62, παρρησία ... γ. ... πάντων τῶν παθῶν Dor.Ab.Doct.4.52.