ἀμόργης: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)
(6_19) |
(big3_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμόργης''': -ου, ὁ, ([[ἀμέργω]]) τὸ ὑδατῶδες [[μέρος]] τὸ ἐξερχόμενον ἀπὸ τῶν ἐλαιῶν πιεζομένων, Λατ. amurca, Ἀριστ. περὶ Χρωμ. 5. 22, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 8, 3· ἐν Ἱππ. Ἀφ. 1260, τὰ χειρόγραφα ἔχουσιν ἀμόργη, ἡ, = «ἀμοῦργα.» | |lstext='''ἀμόργης''': -ου, ὁ, ([[ἀμέργω]]) τὸ ὑδατῶδες [[μέρος]] τὸ ἐξερχόμενον ἀπὸ τῶν ἐλαιῶν πιεζομένων, Λατ. amurca, Ἀριστ. περὶ Χρωμ. 5. 22, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 8, 3· ἐν Ἱππ. Ἀφ. 1260, τὰ χειρόγραφα ἔχουσιν ἀμόργη, ἡ, = «ἀμοῦργα.» | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [ac. -ητα <i>PCair.Zen</i>.839.3 (III a.C.)]<br />[[oleaza]] Arist.<i>Col</i>.796<sup>a</sup>27, <i>PCair.Zen</i>.l.c. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:11, 21 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, = foreg. 1.1, Arist.Col.796a27.
German (Pape)
[Seite 127] ὁ, = vor., Arist. Color. 5 (796, 27).
Greek (Liddell-Scott)
ἀμόργης: -ου, ὁ, (ἀμέργω) τὸ ὑδατῶδες μέρος τὸ ἐξερχόμενον ἀπὸ τῶν ἐλαιῶν πιεζομένων, Λατ. amurca, Ἀριστ. περὶ Χρωμ. 5. 22, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 8, 3· ἐν Ἱππ. Ἀφ. 1260, τὰ χειρόγραφα ἔχουσιν ἀμόργη, ἡ, = «ἀμοῦργα.»
Spanish (DGE)
-ου, ὁ
• Morfología: [ac. -ητα PCair.Zen.839.3 (III a.C.)]
oleaza Arist.Col.796a27, PCair.Zen.l.c.