ὑποστράτηγος: Difference between revisions
στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound
(6_14) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποστράτηγος''': ὁ, (οὐχὶ ὀξύτ. -γός) δευτερεύων [[στρατηγός]], ὁ [[μετὰ]] τὸν στρατηγὸν [[ἀξιωματικός]], ὡς καὶ νῦν, Ξεν. Ἀν. 3. 1, 32 ἐν χρήσει ἀντὶ τοῦ Ρωμαϊκοῦ legatus, Διονύσ. Ἁλ. τ. 4, σ. 2349, 9, Δίων Κάσσ. 59, 21., 68, 30., 72, 11, κλπ. ΙΙ. ἐπώνυμον ἀξιωματικοῦ τινος ἐν Ἀθήναις, Συλλ. Ἐπιγρ. 202, 203, 206. | |lstext='''ὑποστράτηγος''': ὁ, (οὐχὶ ὀξύτ. -γός) δευτερεύων [[στρατηγός]], ὁ [[μετὰ]] τὸν στρατηγὸν [[ἀξιωματικός]], ὡς καὶ νῦν, Ξεν. Ἀν. 3. 1, 32 ἐν χρήσει ἀντὶ τοῦ Ρωμαϊκοῦ legatus, Διονύσ. Ἁλ. τ. 4, σ. 2349, 9, Δίων Κάσσ. 59, 21., 68, 30., 72, 11, κλπ. ΙΙ. ἐπώνυμον ἀξιωματικοῦ τινος ἐν Ἀθήναις, Συλλ. Ἐπιγρ. 202, 203, 206. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />commandant en second.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[στρατηγός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:11, 9 August 2017
English (LSJ)
(proparox.), ὁ,
A subordinate commander, X.An.3.1.32; = Lat. legatus, D.H.19.14(18), App.Hann.10, al., D.C.59.21, etc. II title of an official at Tenos, IG12(5).883.9, al. (i B. C.); in Magnesia, ib.9(2).1111.7; in Egypt, UPZ124.33 (ii B. C.), PTheb.Bank 8.9 (ii B. C.), BGU1060.2 (i B. C.), 1778.6, al. (i B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑποστράτηγος: ὁ, (οὐχὶ ὀξύτ. -γός) δευτερεύων στρατηγός, ὁ μετὰ τὸν στρατηγὸν ἀξιωματικός, ὡς καὶ νῦν, Ξεν. Ἀν. 3. 1, 32 ἐν χρήσει ἀντὶ τοῦ Ρωμαϊκοῦ legatus, Διονύσ. Ἁλ. τ. 4, σ. 2349, 9, Δίων Κάσσ. 59, 21., 68, 30., 72, 11, κλπ. ΙΙ. ἐπώνυμον ἀξιωματικοῦ τινος ἐν Ἀθήναις, Συλλ. Ἐπιγρ. 202, 203, 206.