μηλοβοτήρ: Difference between revisions

From LSJ

Μέμνησο νέος ὤν, ὡς γέρων ἔσῃ ποτέ → Iuvenis memento te fore aliquando senem → Bedenke jung schon, dass dereinst ein Greis du bist

Menander, Monostichoi, 354
(6_12)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μηλοβοτήρ''': -ῆρος, ὁ, ποιμὴν προβάτων, Ἰλ. Σ. 529, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 286· - οὕτω μηλοβότης, ου, ὁ, Δωρ. -τας, Πινδ. Ι. 1. 67, Εὐρ. Κύκλ. 53.
|lstext='''μηλοβοτήρ''': -ῆρος, ὁ, ποιμὴν προβάτων, Ἰλ. Σ. 529, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 286· - οὕτω μηλοβότης, ου, ὁ, Δωρ. -τας, Πινδ. Ι. 1. 67, Εὐρ. Κύκλ. 53.
}}
{{bailly
|btext=ῆρος (ὁ) :<br />berger, pâtre.<br />'''Étymologie:''' [[μῆλον]]¹, [[βόσκω]].
}}
}}

Revision as of 19:22, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοβοτήρ Medium diacritics: μηλοβοτήρ Low diacritics: μηλοβοτήρ Capitals: ΜΗΛΟΒΟΤΗΡ
Transliteration A: mēlobotḗr Transliteration B: mēlobotēr Transliteration C: milovotir Beta Code: mhloboth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A shepherd, Il.18.529, h.Merc.286.

German (Pape)

[Seite 172] ῆρος, ὁ, der Schaafhirt, Schäfer, Il. 18, 529 u. sp. D., wie Coluth. 156.

Greek (Liddell-Scott)

μηλοβοτήρ: -ῆρος, ὁ, ποιμὴν προβάτων, Ἰλ. Σ. 529, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 286· - οὕτω μηλοβότης, ου, ὁ, Δωρ. -τας, Πινδ. Ι. 1. 67, Εὐρ. Κύκλ. 53.

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
berger, pâtre.
Étymologie: μῆλον¹, βόσκω.