ἐπίχρυσος: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
(6_16)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίχρῡσος''': -ον, ἐπικεκαλυμμένος διὰ χρυσοῦ (ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ [[κατάχρυσος]] καὶ [[περίχρυσος]], ἴδε τὰς λέξεις), Ἡρόδ. 1. 50., 2. 182., 9. 80, Συλλ. Ἐπιγρ. 139. 12, 16 καὶ ἀλλ., Ξεν. Ἀπομν. 3. 10, 14, κτλ.: πρβλ. [[ἐπίτηκτος]]. ΙΙ. [[πλούσιος]], Ἡλιόδ. 2. 8.
|lstext='''ἐπίχρῡσος''': -ον, ἐπικεκαλυμμένος διὰ χρυσοῦ (ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ [[κατάχρυσος]] καὶ [[περίχρυσος]], ἴδε τὰς λέξεις), Ἡρόδ. 1. 50., 2. 182., 9. 80, Συλλ. Ἐπιγρ. 139. 12, 16 καὶ ἀλλ., Ξεν. Ἀπομν. 3. 10, 14, κτλ.: πρβλ. [[ἐπίτηκτος]]. ΙΙ. [[πλούσιος]], Ἡλιόδ. 2. 8.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />plaqué d’or, doré.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[χρυσός]].
}}
}}

Revision as of 19:57, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπίχρῡσος Medium diacritics: ἐπίχρυσος Low diacritics: επίχρυσος Capitals: ΕΠΙΧΡΥΣΟΣ
Transliteration A: epíchrysos Transliteration B: epichrysos Transliteration C: epichrysos Beta Code: e)pi/xrusos

English (LSJ)

ον,

   A overlaid or plated with gold, Hdt.1.50, al.,IG12.280, X.Mem.3.10.14, Longus 1.5, etc.; ὑπάργυρα ἐ. IG12.386.7.    II rich, prob. for ὑπό-, Hld.2.8.

German (Pape)

[Seite 1005] mit Gold, Goldplatten belegt, stark vergoldet, im Gegensatz des leicht Vergoldens mit Goldschaum, κατάχρυσος, s. Böckh Staatshaush. II, S. 282; κλίνη Her. 9, 80; ἄγαλμα 2, 182; κόσμος Plat. Legg. VII, 800 e, θώρακες Xen. Mem. 3, 10, 14; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπίχρῡσος: -ον, ἐπικεκαλυμμένος διὰ χρυσοῦ (ἐν ἀντιθ. πρὸς τὸ κατάχρυσος καὶ περίχρυσος, ἴδε τὰς λέξεις), Ἡρόδ. 1. 50., 2. 182., 9. 80, Συλλ. Ἐπιγρ. 139. 12, 16 καὶ ἀλλ., Ξεν. Ἀπομν. 3. 10, 14, κτλ.: πρβλ. ἐπίτηκτος. ΙΙ. πλούσιος, Ἡλιόδ. 2. 8.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
plaqué d’or, doré.
Étymologie: ἐπί, χρυσός.