διωκάθω: Difference between revisions
From LSJ
(6_3) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διωκάθω''': [ᾰ], παρασχηματ. τοῦ [[διώκω]]· τοῦ τύπου τούτου εὕρηται μόνον ὁ ἀόρ. βʹ ἐδιώκαθον Ἀριστοφ. Σφ. 1203, Πλάτ. Γοργ. 483Α, ἡ ὑποτακτ. τοῦ ἀορ. βʹ [[διωκάθω]], Ἀριστοφ. Νεφ. 1482 καὶ ἡ ἀπαρέμφ. τοῦ [[αὐτοῦ]] χρόνου διωκαθεῖν, Πλάτ. Εὐθ. 15Α, Πολιτ. 375Α, πρβλ. [[ἀμυνάθω]], εἰκάθω, κτλ. Ἴδε Cobet Λογ. Ἑρμ. σ. 205. | |lstext='''διωκάθω''': [ᾰ], παρασχηματ. τοῦ [[διώκω]]· τοῦ τύπου τούτου εὕρηται μόνον ὁ ἀόρ. βʹ ἐδιώκαθον Ἀριστοφ. Σφ. 1203, Πλάτ. Γοργ. 483Α, ἡ ὑποτακτ. τοῦ ἀορ. βʹ [[διωκάθω]], Ἀριστοφ. Νεφ. 1482 καὶ ἡ ἀπαρέμφ. τοῦ [[αὐτοῦ]] χρόνου διωκαθεῖν, Πλάτ. Εὐθ. 15Α, Πολιτ. 375Α, πρβλ. [[ἀμυνάθω]], εἰκάθω, κτλ. Ἴδε Cobet Λογ. Ἑρμ. σ. 205. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>c.</i> [[διώκω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:52, 9 August 2017
English (LSJ)
[ᾰ], pres. assumed by Gramm. as lengthd. form of διώκω and read in Pl.Euthphr.15d, E.Fr.362.25 codd. Stob.: the remaining forms may be referred to an aor. διωκαθεῖν· Subj.
A διωκάθω Ar. Nu.1482: 2sg. ἐδιώκαθες Pl.Grg.483a, etc.
German (Pape)
[Seite 648] = διώκω; Ar. Vesp. 1203 Nubb. 1482 Plat. Gorg. 483 a, τινὰ φόνου Euthyphr. 15 d, wo es überall der aor. II. sein kann; also im inf. διωκαθεῖν zu accentuiren.
Greek (Liddell-Scott)
διωκάθω: [ᾰ], παρασχηματ. τοῦ διώκω· τοῦ τύπου τούτου εὕρηται μόνον ὁ ἀόρ. βʹ ἐδιώκαθον Ἀριστοφ. Σφ. 1203, Πλάτ. Γοργ. 483Α, ἡ ὑποτακτ. τοῦ ἀορ. βʹ διωκάθω, Ἀριστοφ. Νεφ. 1482 καὶ ἡ ἀπαρέμφ. τοῦ αὐτοῦ χρόνου διωκαθεῖν, Πλάτ. Εὐθ. 15Α, Πολιτ. 375Α, πρβλ. ἀμυνάθω, εἰκάθω, κτλ. Ἴδε Cobet Λογ. Ἑρμ. σ. 205.
French (Bailly abrégé)
c. διώκω.