μίσηθρον: Difference between revisions
From LSJ
ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned
(6_3) |
(eksahir) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μίσηθρον''': [ῑ], τό, μαγικόν τι [[μέσον]] ἐγεῖρον [[μῖσος]] κατά τινος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[φίλτρον]], [[ὅπερ]] ἤγειρεν ἀγάπην, Λουκ. Ἑταιρ. Δ. 4. 5· πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 131· - ἴδε [[μίσητρον]]. | |lstext='''μίσηθρον''': [ῑ], τό, μαγικόν τι [[μέσον]] ἐγεῖρον [[μῖσος]] κατά τινος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[φίλτρον]], [[ὅπερ]] ἤγειρεν ἀγάπην, Λουκ. Ἑταιρ. Δ. 4. 5· πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 131· - ἴδε [[μίσητρον]]. | ||
}} | |||
{{eles | |||
|esgtx=[[encantamiento para producir odio]] | |||
}} | }} |
Revision as of 10:30, 22 August 2017
English (LSJ)
τό,
A charm for producing hatred (opp. φίλτρον), Luc.DMeretr.4.5.
German (Pape)
[Seite 190] τό, Mittel, Haß gegen Jemand zu erwecken, Luc. D. Mer. 4.
Greek (Liddell-Scott)
μίσηθρον: [ῑ], τό, μαγικόν τι μέσον ἐγεῖρον μῖσος κατά τινος, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ φίλτρον, ὅπερ ἤγειρεν ἀγάπην, Λουκ. Ἑταιρ. Δ. 4. 5· πρβλ. Λοβεκ. Φρύνιχ. 131· - ἴδε μίσητρον.