κρυμοχαρής: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(6_7)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κρῡμοχᾰρής''': -ές, εὐαρεστούμενος, τερπόμενος εἰς τὸ [[ψῦχος]], ἡμαρτημ. γραφ. ἐν Ὕμν. Ὀρφ. 50. 12, ἀντὶ δρυμο-.
|lstext='''κρῡμοχᾰρής''': -ές, εὐαρεστούμενος, τερπόμενος εἰς τὸ [[ψῦχος]], ἡμαρτημ. γραφ. ἐν Ὕμν. Ὀρφ. 50. 12, ἀντὶ δρυμο-.
}}
{{grml
|mltxt=[[κρυμοχαρής]], -ές (Α)<br />αυτός που ευχαριστιέται όταν έχει [[κρύο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρυμός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>χαρής</i> (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>χαρ</i>-, <b>[[πρβλ]].</b> <i>ἐ</i>-<i>χάρ</i>-<i>ην</i>, παθ. αόρ. του [[χαίρω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αιμο</i>-<i>χαρής</i>, <i>νυκτι</i>-<i>χαρής</i>].
}}
}}

Revision as of 06:41, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρῡμοχᾰρής Medium diacritics: κρυμοχαρής Low diacritics: κρυμοχαρής Capitals: ΚΡΥΜΟΧΑΡΗΣ
Transliteration A: krymocharḗs Transliteration B: krymocharēs Transliteration C: krymocharis Beta Code: krumoxarh/s

English (LSJ)

ές,

   A delighting in frost, f.l. in Orph.H.51.13 for δρυμο-.

German (Pape)

[Seite 1515] ές, sich der Eiskälte freuend, Hesych., f. l. statt δρυμοχ.

Greek (Liddell-Scott)

κρῡμοχᾰρής: -ές, εὐαρεστούμενος, τερπόμενος εἰς τὸ ψῦχος, ἡμαρτημ. γραφ. ἐν Ὕμν. Ὀρφ. 50. 12, ἀντὶ δρυμο-.

Greek Monolingual

κρυμοχαρής, -ές (Α)
αυτός που ευχαριστιέται όταν έχει κρύο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρυμός + -χαρής (< θ. χαρ-, πρβλ. -χάρ-ην, παθ. αόρ. του χαίρω), πρβλ. αιμο-χαρής, νυκτι-χαρής].