ὁμοθυμία: Difference between revisions

From LSJ

ἂν βούλησθε ἀκούειν καί μοι περιουσία ᾖ τοῦ ὕδατος → if you care to hear and if the water in the water-clock holds out, if you care to hear and if I have time enough for speaking

Source
(6_9)
(28)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁμοθυμία''': ἡ, [[ὁμόνοια]], ἐκ τοῦ Θησ. Στεφάνου.
|lstext='''ὁμοθυμία''': ἡ, [[ὁμόνοια]], ἐκ τοῦ Θησ. Στεφάνου.
}}
{{grml
|mltxt=η [[ομόθυμος]]<br />[[ομοψυχία]], [[ομογνωμοσύνη]].
}}
}}

Revision as of 12:09, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 334] ἡ, Einmüthigkeit, Eintracht (?).

Greek (Liddell-Scott)

ὁμοθυμία: ἡ, ὁμόνοια, ἐκ τοῦ Θησ. Στεφάνου.

Greek Monolingual

η ομόθυμος
ομοψυχία, ομογνωμοσύνη.