βαρύπυκνος: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός → Mortalium cuique sua mens est deus → In jedem von uns nämlich wirkt sein Geist als Gott
(6_16) |
(big3_8) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βᾰρύπυκνος''': -ον, βαρὺς καὶ [[πυκνός]], ἐπὶ τῶν μουσικῶν φθόγγων· «βαρύπυκνοι μὲν οὖν εἰσι [[πέντε]] οἵδε, [[ὑπάτη]] ὐπάτων, [[ὑπάτη]] μέσων, [[μέση]], παραμέση, [[νήτη]] διεζευγμένων» Εὐκλείδ. 6. | |lstext='''βᾰρύπυκνος''': -ον, βαρὺς καὶ [[πυκνός]], ἐπὶ τῶν μουσικῶν φθόγγων· «βαρύπυκνοι μὲν οὖν εἰσι [[πέντε]] οἵδε, [[ὑπάτη]] ὐπάτων, [[ὑπάτη]] μέσων, [[μέση]], παραμέση, [[νήτη]] διεζευγμένων» Εὐκλείδ. 6. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[baripicno]] la nota más baja de la suma de dos intervalos mínimos del tetracordio φθόγγοι Cleonid.<i>Harm</i>.4, Aristid.Quint.109.5, tipos del mismo: ὑπάτη ὑπάτων, ὑπάτη μέσων, μέση, παραμέση y νήτη διεζευγμένων Alyp.p.368.13, cf. Bacch.<i>Harm</i>.27, Mart.Cap.9.945. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:57, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A in the lower part of the πυκνόν (q.v.), φθόγγοι Aristid.Quint.3.10, Cleonid.Harm.4, etc.
German (Pape)
[Seite 434] bei den Music. mit dem πυκνόν, w. m. s., in der Tiefe.
Greek (Liddell-Scott)
βᾰρύπυκνος: -ον, βαρὺς καὶ πυκνός, ἐπὶ τῶν μουσικῶν φθόγγων· «βαρύπυκνοι μὲν οὖν εἰσι πέντε οἵδε, ὑπάτη ὐπάτων, ὑπάτη μέσων, μέση, παραμέση, νήτη διεζευγμένων» Εὐκλείδ. 6.
Spanish (DGE)
-ον
baripicno la nota más baja de la suma de dos intervalos mínimos del tetracordio φθόγγοι Cleonid.Harm.4, Aristid.Quint.109.5, tipos del mismo: ὑπάτη ὑπάτων, ὑπάτη μέσων, μέση, παραμέση y νήτη διεζευγμένων Alyp.p.368.13, cf. Bacch.Harm.27, Mart.Cap.9.945.