τραχηλόσιμος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526
(6_17)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρᾰχηλόσῑμος''': -ον, ὁ βραχὺν τὸν τράχηλον ἔχων, ὡς ὁ [[ταῦρος]], «κοντολαίμης», ἐν τοῖς Α. Β. 65.
|lstext='''τρᾰχηλόσῑμος''': -ον, ὁ βραχὺν τὸν τράχηλον ἔχων, ὡς ὁ [[ταῦρος]], «κοντολαίμης», ἐν τοῖς Α. Β. 65.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[κοντό]] λαιμό, [[κοντολαίμης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τράχηλος]] <span style="color: red;">+</span> [[σιμός]] «[[πλακουτσομύτης]]»].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρᾰχηλόσῑμος Medium diacritics: τραχηλόσιμος Low diacritics: τραχηλόσιμος Capitals: ΤΡΑΧΗΛΟΣΙΜΟΣ
Transliteration A: trachēlósimos Transliteration B: trachēlosimos Transliteration C: trachilosimos Beta Code: traxhlo/simos

English (LSJ)

ον,

   A bull-necked, Com.Adesp.908.

Greek (Liddell-Scott)

τρᾰχηλόσῑμος: -ον, ὁ βραχὺν τὸν τράχηλον ἔχων, ὡς ὁ ταῦρος, «κοντολαίμης», ἐν τοῖς Α. Β. 65.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει κοντό λαιμό, κοντολαίμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τράχηλος + σιμός «πλακουτσομύτης»].