τραχηλόσιμος

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρᾰχηλόσῑμος Medium diacritics: τραχηλόσιμος Low diacritics: τραχηλόσιμος Capitals: ΤΡΑΧΗΛΟΣΙΜΟΣ
Transliteration A: trachēlósimos Transliteration B: trachēlosimos Transliteration C: trachilosimos Beta Code: traxhlo/simos

English (LSJ)

τραχηλόσιμον, bull-necked, Com.Adesp.908.

Greek (Liddell-Scott)

τρᾰχηλόσῑμος: -ον, ὁ βραχὺν τὸν τράχηλον ἔχων, ὡς ὁ ταῦρος, «κοντολαίμης», ἐν τοῖς Α. Β. 65.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει κοντό λαιμό, κοντολαίμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τράχηλος + σιμός «πλακουτσομύτης»].

German (Pape)

[ῑ], mit kurzem Halse, Phryn. in B.A. 65.