συνοφρύωμα: Difference between revisions

From LSJ

Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit

Menander, Monostichoi, 59
(6_21)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνοφρύωμα''': τό, ἡ τῶν ὀφρύων [[συνάντησις]] ἢ [[ἕνωσις]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ρ. 136, Ἐτυμολ. Μέγ.
|lstext='''συνοφρύωμα''': τό, ἡ τῶν ὀφρύων [[συνάντησις]] ἢ [[ἕνωσις]], Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ρ. 136, Ἐτυμολ. Μέγ.
}}
{{grml
|mltxt=το, ΝΜΑ [[συνοφρυοῡμαι</i> / -<i>ώνομαι]]<br />[[σούφρωμα]] τών φρυδιών από [[λύπη]] ή [[δυσαρέσκεια]].
}}
}}

Revision as of 12:45, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνοφρύωμα Medium diacritics: συνοφρύωμα Low diacritics: συνοφρύωμα Capitals: ΣΥΝΟΦΡΥΩΜΑ
Transliteration A: synophrýōma Transliteration B: synophryōma Transliteration C: synofryoma Beta Code: sunofru/wma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A meeting of the eyebrows, Sch.Il.17.136, EM364.8.

Greek (Liddell-Scott)

συνοφρύωμα: τό, ἡ τῶν ὀφρύων συνάντησιςἕνωσις, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ρ. 136, Ἐτυμολ. Μέγ.

Greek Monolingual

το, ΝΜΑ [[συνοφρυοῡμαι / -ώνομαι]]
σούφρωμα τών φρυδιών από λύπη ή δυσαρέσκεια.