δυσαρέσκεια
From LSJ
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
Greek Monolingual
η
1. το να δυσαρεστηθεί κάποιος
2. το δυσάρεστο συναίσθημα, συναίσθημα δυσφορίας («τον άκουσα με δυσαρέσκεια»)
3. μομφή που εκφράζεται από προϊστάμενο προς υφιστάμενο
4. αφορμή δυσαρέσκειας, παρεξήγηση.