θημών: Difference between revisions

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θημών''': -ῶνος, ὁ ([[τίθημι]]) ὡς τὸ [[θωμός]], [[σωρός]], ὡς δ’ [[ἄνεμος]] ζαὴς ἠΐων θημῶνα τινάξῃ καρφαλέων Ὀδ. Ε.368· θ. ἀχύρων Ἀριστ. μετεωρ. 1. 7, 5· θημῶνα νηῆσαι Ὀππ. Ἁλ. 4. 496, πρβλ. Φίλωνα 2. 629.
|lstext='''θημών''': -ῶνος, ὁ ([[τίθημι]]) ὡς τὸ [[θωμός]], [[σωρός]], ὡς δ’ [[ἄνεμος]] ζαὴς ἠΐων θημῶνα τινάξῃ καρφαλέων Ὀδ. Ε.368· θ. ἀχύρων Ἀριστ. μετεωρ. 1. 7, 5· θημῶνα νηῆσαι Ὀππ. Ἁλ. 4. 496, πρβλ. Φίλωνα 2. 629.
}}
{{bailly
|btext=όνος (ὁ) :<br />tas de blé, meule de paille.<br />'''Étymologie:''' R. Θε, poser, placer, v. [[τίθημι]].
}}
}}

Revision as of 19:31, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θημών Medium diacritics: θημών Low diacritics: θημών Capitals: ΘΗΜΩΝ
Transliteration A: thēmṓn Transliteration B: thēmōn Transliteration C: thimon Beta Code: qhmw/n

English (LSJ)

ῶνος, ὁ, (τίθημι)

   A heap, ἠΐων θημῶνα . . καρφαλέων Od.5.368; θ. ἀχύρων Arist.Mete.344a26; θημῶνα νηῆσαι Opp.H.4.496, cf. Ph. ap. Eus.PE8.7: pl., Ph.2.97.

German (Pape)

[Seite 1208] ῶνος, ὁ, das Zusammengelegte (τίθημι), der Haufen, nach Eust. eigtl. vom Korn, ἠΐων καρφαλέων Od. 5, 368; ἀχύρων Arist. Meteor. 1, 7, Sp., wie Opp. H. 4, 496. Vgl. θωμός.

Greek (Liddell-Scott)

θημών: -ῶνος, ὁ (τίθημι) ὡς τὸ θωμός, σωρός, ὡς δ’ ἄνεμος ζαὴς ἠΐων θημῶνα τινάξῃ καρφαλέων Ὀδ. Ε.368· θ. ἀχύρων Ἀριστ. μετεωρ. 1. 7, 5· θημῶνα νηῆσαι Ὀππ. Ἁλ. 4. 496, πρβλ. Φίλωνα 2. 629.

French (Bailly abrégé)

όνος (ὁ) :
tas de blé, meule de paille.
Étymologie: R. Θε, poser, placer, v. τίθημι.