κατανθίζω: Difference between revisions

From LSJ

Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich

Menander, Monostichoi, 287
(6_23)
(19)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατανθίζω''': καὶ παθ. κατανθίζομαι, κοσμῶ δι’ ἀνθέων, ἐν γένει [[στολίζω]], χρώμασι ποικίλοις κατηνθισμένος Διόδ. 18. 26· χρυσῷ κατήνθιστο Καλλίστρ. 898.
|lstext='''κατανθίζω''': καὶ παθ. κατανθίζομαι, κοσμῶ δι’ ἀνθέων, ἐν γένει [[στολίζω]], χρώμασι ποικίλοις κατηνθισμένος Διόδ. 18. 26· χρυσῷ κατήνθιστο Καλλίστρ. 898.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατανθίζω]] (Α)<br />[[στολίζω]] με [[άνθη]] («[[στέμμα]] πομπικόν, χρώμασι παντοδαποῑς διαπρεπῶς κατηνθισμένον», <b>Διόδ.</b>).
}}
}}

Revision as of 07:22, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1365] mit Blumen ausschmücken, übh. schmücken, στέμμα χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον D. Sic. 18, 26, a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κατανθίζω: καὶ παθ. κατανθίζομαι, κοσμῶ δι’ ἀνθέων, ἐν γένει στολίζω, χρώμασι ποικίλοις κατηνθισμένος Διόδ. 18. 26· χρυσῷ κατήνθιστο Καλλίστρ. 898.

Greek Monolingual

κατανθίζω (Α)
στολίζω με άνθηστέμμα πομπικόν, χρώμασι παντοδαποῑς διαπρεπῶς κατηνθισμένον», Διόδ.).